Να αυξήσει την πίεση στους κυβερνητικούς βουλευτές επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ με την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε, θέτοντάς τους προ των ευθυνών τους με το σκεπτικό πως εάν στηρίξουν την κυβέρνηση, ενδέχεται να ταυτιστούν με τα νέα οικονομικά μέτρα, που είναι πιθανό να ληφθούν μετά την διαπραγμάτευση με την τρόικα.
Να αυξήσει την πίεση στους κυβερνητικούς βουλευτές επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ με την πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε, θέτοντάς τους προ των ευθυνών τους με το σκεπτικό πως εάν στηρίξουν την κυβέρνηση, ενδέχεται να ταυτιστούν με τα νέα οικονομικά μέτρα, που είναι πιθανό να ληφθούν μετά την διαπραγμάτευση με την τρόικα.
Η "μάχη" των τριών αρχηγών έχει ξεκινήσει ωστόσο από χθες όταν μετά την κατάθεση της πρότασης μομφής από τον Αλέξη Τσίπρα, ο Αντώνης Σαμαράς μιλώντας σε εκδήλωση είπε πως η κυβέρνηση θα προχωρήσει και τόνισε:
"Αυτό το άλμα προς τα εμπρός κάποιοι δεν το θέλουν κάποιοι προσπαθούν να το εμποδίσουν. Για κάποιους είναι μομφή να πιστεύεις στην Ελλάδα. Είναι μομφή να πιστεύεις στα πρωτογενή πλεονάσματα. Εμείς απαντάμε στις μομφές και προχωράμε. Η δημοκρατία δεν φοβάται την αλήθεια και δεν φοβάται τις μομφές από τα υπολείμματα του παρελθόντος επειδή εφαρμόστηκε ο νόμος και αποδίδεται πια στον Έλληνα φορολογούμενο ένα δημόσιο κτίριο".
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας σήμερα στο Οικονομικό Ινστιτούτο "Levy", είπε πως ακόμα κι αν δεν περάσει η πρόταση μομφής δεν ανακόπτεται η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ προς την εξουσία και πρόσθεσε:
"Όποιος λοιπόν εθελοτυφλεί, νομίζοντας πως έτσι σώζει την Ελλάδα και κλείνει την πόρτα της εξουσίας στο ΣΥΡΙΖΑ, το λιγότερο που έχω να πω, είναι ότι αυταπατάται. Απλώς παρατείνει για ελάχιστους, πλέον, μήνες ένα καταστροφικό αδιέξοδο σε βάρος του λαού και του τόπου".
Η κυβέρνηση κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ για επιλογή, που έχει μόνο στόχο τη συσπείρωση στο εσωτερικό του κόμματος. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Ευάγγελος Βενιζέλος, είπε πως ο ΣΥΡΙΖΑ συγκροτεί μέτωπο μαζί με τους Ανεξάρτητους Έλληνες – ο πρόεδρος των οποίων τάχθηκε υπέρ της πρότασης μομφής – αλλά και με τη Χρυσή Αυγή.
"Πρόκειται για μια πράξη απροκάλυπτης εθνικής ανευθυνότητας. Υπονομεύονται για μια ακόμα φορά οι προσπάθειες της χώρας να εμφανιστεί ενιαία κατά τη στιγμή δύσκολων διαπραγματεύσεων με την τρόικα με τους θεσμικούς εταίρους και πιστωτές μας", είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος μιλώντας στους βουλευτές του κόμματός του.
Θέλοντας όμως να αυξήσει περισσότερο την πίεση στους βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ και εκτός κοινοβουλίου το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης οργανώνει και συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Σύνταγμα το βράδυ της Κυριακής, δηλαδή των ώρα που θα κορυφώνεται η συζήτηση στην Ολομέλεια.
Κινήσεις στην πολιτική σκακιέρα ενόψει ευρωεκλογών
Ο ΣΥΡΙΖΑ – ενόψει και των ευρωεκλογών, όπου φιλοδοξεί να είναι πρώτο κόμμα – φαίνεται πως επιχειρεί να τραβήξει μια νοητή γραμμή μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών δυνάμεων καθώς όποιος στηρίξει την κυβέρνηση με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, δηλαδή είτε με ψήφο εμπιστοσύνης, είτε με ψηφίζοντας "παρών" – όπως θα κάνει η ΔΗΜΑΡ – μπαίνει στο ίδιο "κάδρο" της συνευθύνης για τα μέτρα που ενδεχομένως θα ληφθούν.
Την ίδια στιγμή εκτιμάται πως η Κουμουνδούρου επιχειρεί να αποδυναμώσει και τις όποιες κινήσεις για την ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς βάζοντας στην πλευρά των μνημονιακών όσους βουλευτές εμπλέκονται σε αυτές τις κινήσεις και στηρίξουν την κυβερνητική πολιτική.
Από την πλευρά της η κυβέρνηση μιλά για απλή επιχείρηση συσπείρωσης του ΣΥΡΙΖΑ και στη συζήτηση στη Βουλή θα επιχειρήσει να φέρει το θέμα στην Οικονομία και να αναδείξει τις διαφορετικές απόψεις σχετικά με την παραμονή ή όχι της χώρας στο ευρώ, που υπάρχουν στο εσωτερικό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Μάλιστα πληροφορίες αναφέρουν πως το θέμα ίσως θέσει ακόμα και ο πρωθυπουργός στην ομιλία του. Κυβερνητικοί βουλευτές αλλά και υψηλόβαθμα στελέχη της κυβέρνησης δεν αποκλείεται να ζητήσουν από τον ΣΥΡΙΖΑ να ξεκαθαρίσει εάν καταδικάζει τη βία, αλλά και να εξηγήσει για ποιο λόγο "καίει" το χαρτί της πρότασης μομφής τη στιγμή που θα μπορεί να το ξαναέχει μετά από έξι μήνες.