Έντονη κινητικότητα παρατηρείται τα τελευταία 24ωρα στο ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, θέμα που ανεβαίνει ψηλά στην ατζέντα της δημόσιας συζήτησης με τους δανειστές, που εξελίσσεται ταυτόχρονα σε Αθήνα, Βρυξέλλες, Βερολίνο και Ουάσιγκτον.
Έντονη κινητικότητα παρατηρείται τα τελευταία 24ωρα στο ζήτημα της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, θέμα που ανεβαίνει ψηλά στην ατζέντα της δημόσιας συζήτησης με τους δανειστές, που εξελίσσεται ταυτόχρονα σε Αθήνα, Βρυξέλλες, Βερολίνο και Ουάσιγκτον.
Οι διαφορές, ωστόσο, μεταξύ Ευρωπαίων και ΔΝΤ παραμένουν μεγάλες την ώρα που ο χρόνος μετρά αντίστροφα για το κρίσιμο Eurogroup της 24ης Μαΐου.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επιμένει στην πρόταση δημιουργίας ενός συγκεκριμένου μηχανισμού για την ελάφρυνση του δημοσίου χρέους, που θα ενεργοποιηθεί αυτομάτως μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018. Σε αυτή την κατεύθυνση κινήθηκαν οι δηλώσεις αξιωματούχου στο πρακτορείο ΜΝΙ, ο οποίος αναφέρει ότι οι αποφάσεις του Eurogroup δεν καλύπτουν το ΔΝΤ και ως εκ τούτου δεν μπορεί να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα.
Σε χθεσινή παρέμβασή του, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου αναφέρθηκε εκτενώς στο ζήτημα του ελληνικού χρέους, πιέζοντας για ελάφρυνσή του, ενώ παράλληλα χαρακτήρισε ως υπερβολικές τις απαιτήσεις των ευρωπαίων για τις δημοσιονομικές περικοπές για την Ελλάδα.
Στον αντίποδα, το Βερολίνο και χώρες “δορυφόροι” απορρίπτουν τις συζητήσεις για αποφάσεις τώρα σε ό,τι αφορά στο ελληνικό χρέος, χαρακτηρίζοντάς τες πρόωρες. Δεν θα πρέπει να θεωρούνται τυχαίες άλλωστε οι αναφορές δημοσιεύματος του Spiegel, όπου γίνεται λόγος για απόρριψη από την πλευρά του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών της πρότασης για πάγωμα των επιτοκίων έως το 2050. Ενδεικτικό του δημόσιου διαλόγου που διεξάγεται, είναι και το δημοσίευμα των ΝΥΤ, με τίτλο “Έφτασε η ώρα να τελειώσει η τραγωδία του ελληνικού χρέους”.
Με φόντο τις αντιπαραθέσεις για το χρέος, επικρατεί προβληματισμός για την εκταμίευση της δόσης προς τη χώρα μας. Είναι ενδεικτικές οι δηλώσεις, κυρίως Γερμανών αξιωματούχων, στο πρακτορείο ΜΝΙ που αναφέρουν ότι εάν δεν συμμετάσχει τελικά στο ελληνικό πρόγραμμα το ΔΝΤ, υπάρχει το σενάριο της εκταμίευσης της δόσης μόνο από τους ευρωπαίους και να μετατεθεί η συζήτηση για το φθινόπωρο. “Αγκάθι” ωστόσο παραμένει το γεγονός ότι τα Κοινοβούλια χωρών όπως η Γερμανία, η Σλοβακία και η Φινλανδία θα πρέπει να εγκρίνουν την εκταμίευση της δόσης αυτής.
Την πεποίθησή του ότι θα κλείσει σύντομα η αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος εξέφρασε ο υπουργός Επικρατείας Νίκος Παππάς σε συνέντευξη που παραχώρησε στο CNBC.
“Είμαστε πολύ κοντά στην ολοκλήρωση της συμφωνίας με τους εταίρους μας. Αυτά είναι τα μηνύματα που λαμβάνουμε και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Έχουμε φτάσει στο στάδιο όπου υπάρχει ανάγκη για ελάχιστα μόνο βήματα σύγκλισης μεταξύ κυρίως του ΔΝΤ και των Ευρωπαίων εταίρων μας στο ζήτημα του χρέους. Ψηφίσαμε πολύ γενναίες μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό και στο φορολογικό. Αυτό δείχνει στον υπόλοιπο κόσμο ότι η Ελλάδα είναι και πάλι σταθερή, ότι η πολιτική της ηγεσία είναι αποφασισμένη, κοινωνικά δίκαιη και πρόθυμη να οδηγήσει τη χώρα στο επόμενο κεφάλαιο. Θεωρώ ότι αυτές τις μέρες βλέπουμε τις πρώτες γραμμές του επόμενου καλού κεφαλαίου για την Ελλάδα και τον ελληνικό λαό”, ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας.
Την ίδια ώρα, ο Γιάννης Στουρνάρας στέλνει μήνυμα ότι η ελάφρυνση του χρέους θα πρέπει να συνοδευτεί και από ελάφρυνση του τελικού δημοσιονομικού στόχου.
“Στην Τράπεζα της Ελλάδας θεωρούμε σκόπιμα η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους να συνοδευτεί και από ελάφρυνση του τελικού δημοσιονομικού στόχου. Πιο συγκεκριμένα, να συνοδευτεί από τη μείωση του τελικού πρωτογενούς πλεονάσματος της γενικής κυβέρνησης από 3,5% του ΑΕΠ το 2018 και επέκεινα στο 2% του ΑΕΠ ώστε να καταστεί δυνατή η ταχύτερη επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε βιώσιμους και σχετικά υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Άλλωστε, η εμπειρία, αν το δούμε προσεκτικά δείχνει ότι μόνο μία χώρα, η Ιρλανδία, μπόρεσε να διατηρήσει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ για ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα, όπως απαιτείται στην περίπτωση της Ελλάδας από το 2018 και μετά”, τόνισε ο κ. Στουρνάρας.