Σοκ προκαλούν στη Βρετανία οι αποκαλύψεις ότι ο Λίβυος δράστης της τρομοκρατικής επίθεσης προχθές στο Ρέντινγκ είχε περάσει από το κόσκινο των μυστικών υπηρεσίες που τον θεωρούσαν ακίνδυνο. Μεταξύ των θυμάτων του 25χρονου Λίβυου είναι ένας Βρετανός εκπαιδευτικός, ιδιαίτερα αγαπητός στους μαθητές και στην ευρύτερη κοινότητα.
Ο 25χρονος Καΐρι Σανταλάχ ήταν γνώριμος στην υπηρεσία αντικατασκοπείας του Ηνωμένου Βασιλείου, την ΜΙ5, όμως από ότι φαίνεται η υπηρεσία δεν έκανε καλά τη δουλειά της.
Ο Σανταλάχ είχε απασχολήσει τις Αρχές από το 2015 για εγκλήματα που δεν σχετίζονται με την τρομοκρατία ωστόσο υπήρχαν πληροφορίες ότι ο νεαρός ήθελε να ταξιδέψει στο εξωτερικό, με το ενδεχόμενο να προβεί σε τρομοκρατικό χτύπημα.
Ωστόσο, οι περαιτέρω έρευνες δεν κατέδειξαν άμεσο κίνδυνο και έτσι οι αρχές δεν τον ενόχλησαν.
Μέχρι που το απόγευμα του Σαββάτου σκότωσε 3 ανθρώπους και τραυμάτισε άλλους τρεις.
Ο Τζέιμς Φέρλονγκ είναι ένα από τα θύματα του 25χρονου εκτελεστή με το μαχαίρι και κανείς στο Ρέντινγκ δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει την απώλειά του.
Ήταν δάσκαλος στο επάγγελμα και οι συνάδελφοί του τον περιέγραψαν ως έναν ευγενικό άνθρωπο, που είχε πάθος για τη δουλειά του και αποτελούσε πηγή έμπνευσης για τους μαθητές του.
Ο Λόρενς Γουόρτ ήταν μπροστά στο αποτρόπαιο έγκλημα και περιγράφει την εμπειρία του.
Στο σημείο της τραγωδίας οι κάτοικοι της περιοχής αφήνουν λίγα λουλούδια στη μνήμη των τριών θυμάτων.
Η αστυνομία αντιμετωπίζει την πράξη ως τρομοκρατική και δηλώνει ότι δεν υπήρχε συνεργός, ότι ο Σανταλάχ έδρασε μόνος του.
Γνωστός από το 2019 ο δράστης της φονικής επίθεσης
Ένας 39χρονος που εργαζόταν σε φαρμακευτική εταιρία ήταν το δεύτερο θύμα του Λίβυου εκτελεστή.
Οι υπηρεσίες ασφαλείας της Βρετανίας είχαν το όνομα του δράστη από το 2019 και είχαν μάλιστα διερευνήσει πληροφορίες που τον έφερναν να επιθυμεί να ταξιδέψει στη Συρία ή τη Λιβύη προκειμένου να συμμετάσχει σε τρομοκρατικές επιθέσεις.
Ωστόσο, έκλεισαν το φάκελό του με το επιχείρημα ότι δεν βρήκαν αξιόπιστα στοιχεία.
Σύμφωνα με όσα έχουν γίνει γνωστά, ο 25χρονος πήγε στη Μεγάλη Βρετανία από τη Λιβύη, ως πρόσφυγας, και του δόθηκε άσυλο το 2018.