Την πρόταση της επιτροπής Πισσαρίδη για την οικονομία, η οποία μεταξύ άλλων περιλαμβάνει μείωση φόρων και εισφορών μισθωτών, ενιαία κλίμακα φορολογίας για όλους και κίνητρα για ηλεκτρονικές πληρωμές, συζήτησαν στην εκπομπή Κοινωνία Ώρα MEGA με τους Ντίνο Σιωμόπουλο και Τζωρτζίνα Μαλλιαρόζη, οι κ.κ. Ασπασία Παπαθανασοπούλου, εργατολόγος, και Χριστίνα Μαννέ, φοροτεχνικός.
«Σχετικά με τη μείωση φόρων και εισφορών μισθωτών, από όταν ξεκίνησε η κρίση, κυρίως μισθωτοί και συνταξιούχοι είδαν τις πρώτες μειώσεις και τις πρώτες αυξήσεις στους φόρους μήνα με το μήνα. Οπότε μια υποστήριξη θα ήταν σημαντική. Ως προς την ενιαία κλίμακα φορολογίας, καταλαβαίνουμε ότι όσοι έχουν περισσότερες από μία πηγές εισοδημάτων, θεωρεί πιο δίκαιο να επιβαρυνθούν περισσότερο από ό,τι άνθρωποι που έχουν εισοδήματα από μία ή από δύο πηγές. Και για τα δύο αυτά μέτρα θα πρέπει να μετρήσουμε ποια θα είναι τα αποτελέσματα και ποιο το κόστος. Το κόστος είναι μεγάλο», ανέφερε η κ. Μαννέ.
Αναφορικά με τα κίνητρα για ιδιωτική ασφάλιση και τις αλλαγές στο ασφαλιστικό που περιλαμβάνονται στην πρόταση Πισσαρίδη, η κ. Παπαθανασοπούλου σημείωσε ότι «υπάρχουν κάποιες προτάσεις για το θέμα των επικουρικών συντάξεων. Για το συγκεκριμένο προτείνεται η άμεση εφαρμογή για όσους εισέρχονται στην αγορά εργασίας τώρα, και θα μπορούν να επιλέγουν είτε την εισαγωγή τους στο σύστημα αυτό, είτε τη μη επαγωγή τους και την επιλογή διαφορετικού συστήματος. Η πρόβλεψη ενός ιδιωτικού συστήματος αποτελεί πρόταση του σχεδίου αυτού».
Στο ερώτημα αν αυτές οι αλλαγές θα έχουν ως αποτέλεσμα κάποιος να πάρει μικρότερη ή μεγαλύτερη σύνταξη, η κ. Παπαθανασοπούλου ανέφερε ότι «αυτό θα πρέπει να εξεταστεί, αν θα είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη. Ενδεχομένως στο σύστημα το ιδιωτικό να προκύπτει κάτι μεγαλύτερο. Ωστόσο η μείωση των μισθωτών των εισφορών θα οδηγεί σε μείωση του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης».
Αναφορικά με το θέμα της αύξησης των αμοιβών των γυναικών, η κ. Παπαθανασοπούλου τόνισε ότι «αυτή τη στιγμή δεν έχουμε εικόνα ότι οι γυναίκες έχουν χαμηλότερες αμοιβές. Οι αμοιβές δεν καθορίζονται από το φύλο. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κάποια διαφοροποίηση».
Σχετικά με τη συγχώνευση και απλούστευση των φόρων ακινήτων, η κ. Μαννέ από την πλευρά της σημείωσε ότι «διαβάζοντάς το η λογική η δική μου λέει ότι θα θέλουν να το κάνουν λίγο δικαιότερο. Παλαιότερα οι φόροι που αφορούσαν στα ακίνητα δεν είχαν το όριο του συμπληρωματικού φόρου που σε πολλές περιπτώσεις κάνει τον ΕΝΦΙΑ διπλάσιο και τριπλάσιο. Πρέπει να κινηθεί η αγορά, το κομμάτι το κατασκευαστικό είναι σημαντικό, και να έχουμε μια πραγματική αίσθηση του ποια είναι η κατάσταση στην αγορά ακινήτων», ενώ η ίδια, σχετικά με τις αμοιβές των γυναικών ανέφερε ότι «σίγουρα σε πολλές περιπτώσεις οι γυναίκες που θέλουν μια μικρότερη απασχόληση, θέλουμε να αποφύγουμε τη μαύρη εργασία, να αμείβονται με ένα σωστό ημερομίσθιο».
Στην κουβέντα μπήκε και ο κ. Παναγιώτης Λιαργκόβας, πρόεδρος του ΚΕΠΕ.
Σε ένα πρώτο του σχόλιο για το σχέδιο Πισσαρίδη, ο κ. Λιαργκόβας ανέφερε ότι «είναι ένα σχέδιο κυρίως μεταρρυθμίσεων που αποσκοπεί να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Αυτό που το διαφοροποιεί από άλλα, είναι ότι αυτή τη φορά υπάρχει και μεγάλη χρηματοδότηση. Είναι μια χρυσή ευκαιρία για τη χώρα να προχωρήσει σε βαθιές μεταρρυθμίσεις. Καθώς θα εφαρμόζεται σημαίνει ξεβόλεμα για πολλά κατεστημένα συμφέροντα. Χρειάζεται ισχυρή πολιτική βούληση από την κυβέρνηση και ανοίγει ο δρόμος για να κάνουμε αυτή την παραγωγική ανασυγκρότηση που χρόνια συζητάμε. Εφόσον υπάρχει αυτή τη χρηματοδότηση αφήνει το περιθώριο στην κυβέρνηση να μειώσει και τους φόρους, να προχωρήσει και σε άλλες μεταρρυθμίσεις, και να αλλάξει το παραγωγικό πακέτο».
«Δεν θα καταργηθεί κανένας φόρος. Πρέπει να υπάρχει και ένα φόρος για τα ακίνητα, μια μορφή πλούτου είναι, πρέπει να φορολογείται και αυτή. Αλλά είναι πολλή μεγάλη η φορολογία. Πρέπει να έρθουν σε ένα επίπεδο αντίστοιχο της ΕΕ. Αυτή τη στιγμή είμαστε πάνω από το μέσο όρο σε όλες τις επιβαρύνσεις τη ζωή των Ελλήνων», συνέχισε ο ίδιος, ενώ πρόσθεσε ότι «το έχω υποστηρίξει και σε άλλα πρόταση που είχαμε κάνει, για το φορολογικό σύστημα ότι πρέπει να απλοποιηθεί, και να ενοποιηθούν όλοι οι φόροι. Να ενθαρρύνει την εργασία και όχι να την αποθαρρύνει», κατέληξε ο κ. Λιαργκόβας.