Φαίνεται ότι τα περιθώρια για διπλωματικούς ελιγμούς από την πλευρά της Ουάσιγκτον στενεύουν σημαντικά αν επιβεβαιωθεί ότι όντως η Άγκυρα προχώρησε στην ενεργοποίηση του ρωσικού συστήματος.
Αυτή τη στιγμή, όπως άλλωστε προβλέπει και ο νόμος CAATSA, η Ουάσιγκτον επεξεργάζεται τις πληροφορίες που έχουν συλλέξει οι υπηρεσίες προκειμένου να επιβεβαιώσει επίσημα ότι έγινε η δοκιμή των S-400.
Σε δεύτερη φάση, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναμένεται να καταρτίσει λίστα κυρώσεων και εν συνεχεία να τις παρουσιάσει στον πρόεδρο.
Όλα, βρίσκονται στη κυριολεξία στα χέρια του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος βάση της νομοθεσίας υποχρεούται να προχωρήσει στη εφαρμογή των κυρώσεων, αλλά έχει μεγάλο περιθώριο για να επιλέξει ποιες θέλει. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αν το επιθυμεί μπορεί να κάνει ποιο ήπιο το χτύπημα που θα δεχθεί ο Ρέτζεπ Ταγίπ Ερντογάν.
Υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι έχει υπάρξει αδικαιολόγητη ολιγωρία, καθώς ο νόμος προβλέπει ότι οι κυρώσεις έπρεπε να έχουν ενεργοποιηθεί από όταν αποκτήθηκαν οι S-400 και όχι να περιμένουμε για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα για την ενεργοποίηση τους.
Βεβαίως, στην Ουάσιγκτον ήθελαν να δώσουν μια ευκαιρία στη διπλωματία και ήλπιζαν ότι με αυτή την ήπια στάση θα έδιναν μια ευκαιρία στην Τουρκία για να διευθετηθεί πολιτικά το θέμα. Εξάλλου, θα είναι πρωτάκουστο οι ΗΠΑ να επιβάλουν κυρώσεις εναντίον ενός συμμάχου στο ΝΑΤΟ.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, η καταδίκη τόσο στο Κογκρέσο όσο και στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ ήταν ιδιαίτερα σκληρή και φαίνεται ότι το ζήτημα των S-400 εξελίσσεται σε ένα μόνιμο πλήγμα για τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Το μεγάλο, όμως, ερώτημα που παραμένει είναι αν η Ουάσιγκτον θα τολμήσει να κάνει το επόμενο βήμα και να περάσει από τα λόγια στην πράξη.