«Το χέρι του Θεού». Η κραυγή μετά το γκολ εναντίον της Ελλάδας. Το κλάμα του. Η φιλανθρωπική του δράση παίζοντας στις λάσπες. Οι αντιδράσεις σοκ έχοντας κάνει χρήση ουσιών. Αυτός ήταν ο Μαραντόνα.
Ήταν Μιχαήλ Άγγελος και Ντα Βίντσι και Ρέμπραντ και Μπετόβεν και Πυθαγόρας, μόνο που είχε το δικό του θεώρημα: το θεώρημα του Ντιέγκο, αυτό που θα διδάσκεται πάντα, για πάντα, όσο υπάρχει μπάλα, καπάκι, μπουκάλι για να κλωτσάνε τα παιδιά.
Θα τον ακούνε πάντα, για πάντα, στα παραμύθια του παππού, γιατί ήταν μύθος, μύθος, που ξεπέρασε τα όρια της φαντασίας κάνοντας πράγματα αδύνατα για τον άνθρωπο. Γιατί ήταν θεός, θεός της μπάλας, που τη διέταζε κι εκείνη υπάκουε τυφλά.
Πέθανε ο θεός της μπάλας, ο αλήτης θεός της; Δεν πεθαίνουν οι θεοί, ζουν μέσα μας, ζουν στον ουρανό, στη γη, στην αιωνιότητα, ζουν με τα έργα και τις ημέρες τους, όπως συμβαίνει με όλες τις ιδιοφυΐες.
Όπως στο μουντιάλ με την Αγγλία, εκεί που μόνο τη… βασίλισσα Ελισάβετ δεν ντρίμπλαρε.
Όκει, είχε προηγηθεί το χέρι του θεού, αλλά ήθελε να το γράψει κι αυτό η ιστορία.
Χόρευε ακόμα και στη λάσπη, όπως τότε που δεν άκουσε τις απειλές της Νάπολι και πήγε να παίξει σε ένα παράπηγμα για να βοηθήσει ένα παιδάκι που χρειαζόταν εγχείρηση.
Πήρε από το χέρι τη φτωχούλα Νάπολι και την έφτασε στην κορυφή της Ιταλίας, μόνος οδήγησε την Αργεντινή στην κορυφή του κόσμου, αυτό δεν θα ξαναγίνει ποτέ, ποτέ!
«Σκεφτόμουν να φέρω το Παγκόσμιο Κύπελλο στη μητέρα μου. Της το είχα υποσχεθεί» είχε πει ο ίδιος.
Το τελευταίο του γκολ με την Εθνική ήταν στο ματς με την Ελλάδα στο μουντιάλ της Αμερικής. Τότε που… παραφρόνησε.
Λάτρευε τη χώρα μας και βρέθηκε σε δύο γήπεδα της. Στην Τούμπα σαν αντίπαλος του ΠΑΟΚ και στο Καραϊσκάκης φορώντας μάλιστα την ερυθρόλευκη φανέλα με το 10 στην πλάτη.
Τους νίκησε όλους, εκτός από τις εξαρτήσεις και τα πάθη του, τους εφιάλτες που άρχισαν να τον κυνηγούν όσο ακόμα έπαιζε.
Κι η εικόνα του στα γήπεδα της Ρωσίας το 2018, εκεί που τον λυπήθηκαν πολλοί πιστοί του, ήταν αποτέλεσμα αυτών των παθών του, ακάνθινο στεφάνι στην ιερότητα του.
Αλλά τώρα, εκεί, στους βασιλιάδες τ’ ουρανού, ο κόσμος θα θυμάται –για πάντα- εκείνο το μελαχρινό αγόρι που έσφιγγε τη γροθιά του και νικούσε θεούς και δαίμονες. Όλους, εκτός από τον εαυτό του. ))