Η κυρία Κατερίνα Μαλίχιν, Κλινική ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια που βοήθησε την Σοφία Μπεκατώρου να μιλήσει ανοιχτά για τον βιασμό της.
Αρχικά η κυρία Μαλίχιν δήλωσε συγκινημένη, «αυτά είναι πράγματα που έχω ακούσει για πάρα πολλά χρόνια και έχουμε επεξεργαστεί μαζί. Ωστόσο κάθε φορά αυτή η αποκάλυψη θα με συγκλονίζει. Έχουμε δουλέψει γύρω στα δέκα χρόνια με τη Σοφία. Όλα αυτά τα χρόνια προσπαθήσαμε να ανοίξουμε στο φως όλη την ιστορία, προσπαθήσαμε να υπάρξει ψυχική μετατόπιση της ίδιας από τον φόβο στο θάρρος ώστε να μπορέσει να διαχειριστεί τον ψυχικό και σωματικό τραυματισμό», σημείωσε.
«Με πολύ μεγάλη γενναιότητα και θέληση έφτασε στο σημείο να αποδεχθεί αυτό που της έχει συμβεί το γεγονός ότι δεν αντέδρασε εκείνη την στιγμή που ιδανικά θα ήθελε και θεωρούσε πως μπορούσε να αντιδράσει. Έφτασε στο σημείο να μπορέσει να βάλει τις σχέσεις της σε ένα τέτοιο σημείο ώστε να μπορεί να βλέπει κατάματα τα παιδιά και τον κόσμο εξομολογούμενη όλο αυτό.
Κι επειδή είναι ένας υπέροχος άνθρωπος με μεγάλη επιθυμία για ζωή, από αυτό το γεγονός η επιθυμία της είχε προσβληθεί όμως εκείνη με το ίδιο θάρρος επειδή είναι μια καπετάνισσα προσπάθησε μέχρι σήμερα να σταθεί στα πόδια της με πολύ δύναμη μπροστά στο τραύμα και να γίνει το βήμα και το έναυσμα να μιλήσουν κι άλλες γυναίκες», πρόσθεσε συγκλονίζοντας.
«Είχε πολύ μεγάλο κόστος. Δοκίμασε την επιθυμία της για την ίδια της τη ζωή. Το τραύμα είναι άχρονο. Κινδύνεψε να φτάσει σε σημείο να θέλει να αρνηθεί τη ζωή. Γιατί αυτό το τραύμα άφησε επιπτώσεις βαριές όπως και σε κάθε γυναίκα».
«Μετά από αυτή την εξομολόγηση πάρα πολλοί άνθρωποι αναρωτιούνται “γιατί τώρα”. Θέλει να επισημάνω ότι αυτή η ερώτηση εκ θεμελείων είναι σαθρή και προβληματική. Όταν ένας άνθρωπος ρωτά κάτι τέτοιο είναι σαν να παραγνωρίζει εντελώς τις πλευρές του τραύματος. Τι υποσυμβαίνει στον άνθρωπο. Και τελικά θα μετακυλήσει τηνε υθύνη στο θύμα και όχι στον θύτη και θα αποπροσανατολίσει από την ουσία. Το τραύμα είναι άχρονο. Η Σοφία θα ζει με αυτό μέχρι να ολοκληρωθεί η ζωή της. Ενοχές, απόρριψη, προδοσία. Το αίσθημα της ντροπής κάνουν ένα θύμα να μην μπορεί να μιλήσει. Η κοινωνική πίεση “να μην μιλήσουμε”, “να μην αποδομήσουμε αυτή την ψευδή ισσοροπία στην κοινωνία, το πατριαρχικό πλαίσιο, ένα πλαίσιο εξουσιοκρατίας, εξαρτητικών σχέσεων που ο αθλητής δίνει τα πάντα, ενδύεται ένα σκληρό περίβλημα χωρίς καθόλου να είναι ο ίδιος σκληρός».