Τα Γλυπτά του Παρθενώνα δεν πρόκειται ποτέ να επιστραφούν στην Ελλάδα ξεκαθαρίζει ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον σε αποκλειστική συνέντευξη που δίνει στα «ΝΕΑ» που κυκλοφορούν σήμερα.
Τα Γλυπτά του Παρθενώνα δεν πρόκειται ποτέ να επιστραφούν στην Ελλάδα ξεκαθαρίζει ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνοσν σε αποκλλειστική συνέντευξη πυο δίνει στα «ΝΕΑ» που κυκλοφορούν σήμερα.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο Μπόρις Τζόνσον είναι ο πιο «ελληνολάτρης» πρωθυπουργός που πέρασε από τη Ντάουνινγκ Στριτ – φυσικά, μετά τον Κάνινγκ και τον Γκλάντστοουν. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία και Φιλοσοφία στην Οξφόρδη, λατρεύει την αρχαία ελληνική γραμματεία, απαγγέλλει (με ερασμική προφορά) από στήθους στίχους από την «Ιλιάδα», αποκαλεί τον Ομηρο «μεγαλύτερο συγγραφέα όλων των εποχών» και έχει για ήρωα τον Περικλή, μια προτομή του οποίου κοσμεί το γραφείο του από την πρώτη κιόλας ημέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του. Και κάτι ακόμη: επισκέπτεται την Ελλάδα σχεδόν κάθε χρόνο (προ πανδημίας), παραθερίζοντας στη διώροφη βίλα του πατέρα του, στο Χόρτο του Πηλίου, όπου γεύεται τις τοπικές σπεσιαλιτέ – με ιδιαίτερη προτίμηση στο κλέφτικο και το τζατζίκι.
Αρκούν αυτές οι εξάρσεις «φιλελληνισμού» για να ικανοποιήσει ο βρετανός πρωθυπουργός το πλέον επιτακτικό και διαρκές διμερές αίτημα που διατυπώθηκε για πρώτη φορά στις αρχές του 19ου αιώνα – την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα; Οχι.
Στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στα «ΝΕΑ», ο Μπόρις Τζόνσον δεν άφησε κανένα περιθώριο για τον επαναπατρισμό των Μαρμάρων, τον οποίο του έχει ζητήσει προσωπικά ο έλληνας Πρωθυπουργός. «Αντιλαμβάνομαι τα έντονα συναισθήματα του ελληνικού λαού και του Κυριάκου Μητσοτάκη για το θέμα, αλλά τα Γλυπτά αποκτήθηκαν νομίμως από τον λόρδο Ελγιν και ο νόμιμος ιδιοκτήτης τους είναι οι επίτροποι του Βρετανικού Μουσείου». Είναι η πρώτη φορά που ο Τζόνσον τοποθετείται δημοσίως στο ζήτημα αυτό από την ημέρα που βρέθηκε στον πρωθυπουργικό θώκο. Η τελευταία φορά ήταν πριν από επτά χρόνια, όταν, ως δήμαρχος Λονδίνου, ενεπλάκη σε φραστικό επεισόδιο με τον Τζορτζ Κλούνι, επειδή ο αμερικανός ηθοποιός ζήτησε την επανένωση των Γλυπτών που εκτίθενται από το 1817 στο Βρετανικό Μουσείο.