Οι περιγραφές τους προκαλούν αίσθηση και οι πρώτες εικόνες στη βίλα του εγκλήματος τους βάζουν σε σκέψεις. Το LIVE NEWS παρουσιάζει όλα όσα έγιναν τις πρώτες ώρες μετά τη δολοφονία της Καρολάιν.
Τότε που μπήκαν μέσα οι 4 αστυνομικοί και κλήθηκαν να αποτυπώσουν την κατάσταση. Με την 20χρονη νεκρή, τον σκύλο της οικογένειας κρεμασμένο, το σπίτι ανάστατο και τον πιλότο δεμένο, λίγα μόνο μέτρα από το μωρό του που βρίσκεται δίπλα στη νεκρή μητέρα του.
Ο πιλότος φώναζε βοήθεια και με το που τον έλυσαν σηκώθηκε πήγε πάνω από τη γυναίκα του για ένα δευτερόλεπτο δυο και πήρε το παιδί. Ρώτησε, «πέθανε;» του είπαν «πάει, τελείωσε» και δεν έκανε καμία αντίδραση. Δεν αντέδρασε καθόλου σε σημείο που νόμιζαν ότι δεν κατάλαβε πως το πάει τελείωσε, σημαίνει πως πέθανε. Καμία αντίδραση. Δεν τη σήκωσε καν. Τότε είπε στους αστυνομικούς με απόλυτη ψυχραιμία, «ρε παιδιά βάλαν το πιστόλι πάνω στο μωρό. Εγώ έμεινα ψύχραιμος γι αυτό δεν με σκότωσαν. Η γυναίκα μου δεν ήταν».
Ο πιλότος είναι ψύχραιμος και προσπαθεί να ακολουθήσει κατά γράμμα το σχέδιο που έχει στο μυαλό του. Οι εικόνες και οι περιγραφές του 32χρονου αρχίζουν να προκαλούν μια σειρά από εύλογα ερωτήματα.
«Έλεγαν οι αστυνομικοί: «πέθανε το σκυλί;», και απαντούσε εκείνος: «ναι, έχει πεθάνει το σκυλί». Ήταν πολύ άνετος».
Ο πιλότος περιγράφει μια άγρια ληστεία μετά φόνου. Μια μάχη με αδίστακτους ληστές που παρά το γεγονός ότι πήραν τα χρήματα που ζητούσαν, έμειναν για να σκοτώσουν. Όμως οι γείτονες του ζευγαριού, δηλώνουν πως δεν κατάλαβαν το παραμικρό. Ούτε ύποπτες κινήσεις αλλά ούτε και φωνές από τη βίλα του εγκλήματος.
Όταν η γειτόνισσα βγήκε έξω και μίλησε στους αστυνομικούς τούς είπε ότι κοιμόταν στη σοφίτα, ακριβώς δίπλα τους δηλαδή, και ότι άκουσε μόνο το σκυλί να κλαίει γύρω στις 4:20 και δεν έδωσε σημασία. Όμως όταν τα έλεγε αυτά, κοίταξε στιγμιαία τον πιλότο που πέρασε και αμέσως έστρεψε το βλέμμα της αλλού, κοίταξε κάτω. Η γλώσσα του σώματος πάντα δείχνει τα σημάδια. Ίσως ήθελε να πει ότι άκουσε κάποια διαμάχη, αλλά δεν ήθελε μάλλον να μπλέξει τα πράγματα. Αποκλείεται να πήγε το μυαλό της στο τι πραγματικά έχει γίνει. Κρύβει ότι τσακωνόντουσαν; Ότι άκουσε φωνές; Ότι δεν πήρε τηλέφωνο γιατί τους έχει ξανακούσει να τσακώνονται; Αυτό το «δεν άκουσα τίποτα» ήταν σαν να λέει ψέματα.
Οι αστυνομικοί αρχίζουν να ψάχνουν στο σπίτι και πάντα έχουν στο μυαλό τους, ερωτήματα που στην πορεία θα αποδειχθούν κλειδιά στην εξιχνίαση.
«Το μωρό δεν έκλαψε καθόλου μιάμιση ώρα; Είχε γίνει φασαρία, είχε γίνει σαματάς, έχουν παλέψει και δεν έχει ξεσηκώσει τον κόσμο το μωρό; Δηλαδή ακόμα και η ηρεμία του μωρού ήταν παράξενη. Ένα έντεκα μηνών μωρό θα κουνηθεί τόση ώρα, θα προσπαθήσει να βγει από την κούνια. Δεν ένιωσε κανένα κίνδυνο. Λογικά ήταν με τον πιλότο και το άφησε εκεί τελευταία στιγμή».
Ο πιλότος ξέρει πως δεν πρέπει να κάνει το παραμικρό λάθος στις περιγραφές του. Είναι προσεκτικός, δείχνει διαβασμένος και κάποιες φορές φροντίζει να φανεί συναισθηματικά φορτισμένος…
«Τον είδαν όλες οι Υπηρεσίες. Πήγε η Ασφάλεια της Παιανίας, ο διοικητής, το τμήμα ανθρωποκτονιών, το τμήμα διαρρηκτών… Όποιος πήγαινε να τον ρωτήσει τι είχε γίνει, σηκωνόταν και εξηγούσε τα πάντα σε όλους. Ένας άνθρωπος που μόλις είχε χάσει τη γυναίκα του. Δεν είπε ούτε μία στιγμή: «αφήστε με στον πόνο μου, έχουν σκοτώσει τη γυναίκα μου». Δεν έκλαψε μία φορά! Είχε μόνο ένα ξέσπασμα. Έλεγε: «γιατί τη σκότωσαν; Αφού τους είπα πού είναι τα λεφτά». Αλλά δεν έδειξε να έχει τρελαθεί από αυτό που βίωσε. Ήταν ψύχραιμος σε απόλυτο βαθμό. Σαν να μη συνέβη τίποτα. Ήρθαν οι γονείς του να πάρουν το παιδί, ρώτησε η μητέρα του τι έγινε και ο πατέρας του της είπε να μη μιλάει. Πήραν το μωρό και ήταν σαν να το έβγαζαν βόλτα».
Με το πέρασμα των ημερών οι πρώτοι αστυνομικοί που μπήκαν στη βίλα σκέφτονται ξανά και ξανά μήπως έκαναν λάθη εκείνα τα κρίσιμα λεπτά.
«Πάνω στον πανικό να τον λύσουν, μπορεί να είχε τις άκρες από τον σπάγγο στα χέρια του και να μην το είδαν. Τα χέρια και τα πόδια του ήταν πιο χαλαρά δεμένα, δεν ήταν όπως η ταινία στον λαιμό και στο στόμα. Τα χέρια ήταν δεμένα μπροστά, και όχι πίσω όπως είπε εκείνος. Αυτό σημαίνει πως θα μπορούσε να καλέσει την αστυνομία και με τα χέρια, όχι με τη μύτη που είπε».
Οι έρευνες ξεκινούν και η είδηση που έμελλε να ταξιδέψει και εκτός συνόρων, προβάλλεται σε όλα τα ΜΜΕ.
Είπε στους αστυνομικούς μόλις τον έλυσαν ότι ήταν τρεις άντρες και η Κάρολαϊν πάνω στην πάλη κατέβασε τη μάσκα του ενός. Επίσης ανέφερε ότι είχαν δύο πιστόλια, ένα γκλοκ και ένα περίστροφο. Ένας άνθρωπος που δεν είναι μαθημένος δεν μπορεί να αναγνωρίσει την μάρκα του περίστροφου.
Με το πέρασμα του χρόνου όμως, όλα τα κενά καλύφθηκαν με στοιχεία. Και έτσι όλοι οι ισχυρισμοί του πιλότου κατέρρευσαν και χύθηκε άπλετο φως στο πολύκροτο έγκλημα