Κι η ζωή φαίνεται να συνεχιζόταν κανονικότατα για τον 33χρονο πιλότο, τις μέρες που όλος ο κόσμος ήταν ανάστατος με την στυγνή δολοφονία της γυναίκας του και η αστυνομία αναζητούσε τους δήθεν ληστές. Εκείνος που γνώριζε, αλλά επί 37 ημέρες κρατούσε το στόμα του κλειστό, «έκτιζε» το μέλλον του, χωρίς εκείνη. Αυτό μαρτυρά κάτοικος της περιοχής όπου είχε αγοράσει ο κατηγορούμενος το οικόπεδο για να φτιάξει ένα καινούριο σπίτι.
«Μας έλεγε ότι έχει ξεκινήσει το σπίτι, ότι είχε δώσει μάλιστα και προκαταβολή στην κατασκευαστική εταιρία που είχε αναλάβει την ανέγερση. Μάλιστα, συνέχισε να κάνει ραντεβού για να προχωρήσει η συμφωνία και μετά τον θάνατο της Καρολάιν. Είχαν πάει, από ό,τι μάθαμε και με τον πατέρα του, που γνώριζε κάποια πράγματα, λόγω επαγγέλματος. Μας έκανε εντύπωση το πώς έβρισκε το κουράγιο να συνεχίσει να χτίζει το σπίτι αυτό ύστερα από τον χαμό της γυναίκας του. Εκείνος όμως έλεγε «θέλω να εξασφαλίσω το παιδί μου και να φτιάξω το σπίτι για να αισθανθώ κι εγώ καλύτερα».
Σύμφωνα με αυτήν την μαρτυρία, ο καθ’ ομολογία δολοφόνος, δεν έχασε χρόνο παρά λίγες ημέρες αφ’ ότου κήδεψε τη γυναίκα του, συνέχισε τα ραντεβού με την κατασκευαστική εταιρία, προκειμένου να ολοκληρωθεί η ανέγερση του σπιτιού του, όπου θα υπήρχε και πισίνα, το συντομότερο δυνατό.
«Μας περιέγραφε το σπίτι που είχαν επιλέξει με την Καρολάιν, ως ένα απλό σπίτι. Γύρω στα 120 τ.μ., ισόγειο, το οποίο θα έφτιαχναν με δάνειο. Είχαν, μας έλεγε κάποια χρήματα στην άκρη, με τα οποία αγόρασαν το οικόπεδο και με τα λεφτά του δανείου και με βοήθεια από τους γονείς, θα τελείωναν το σπίτι, για φύγουν από το ενοίκιο. Όπως κάνουν όλα τα νέα ζευγάρια. Στο σχέδιο υπήρχε μια πισίνα, την οποία όμως, σκόπευαν να την φτιάξουν αργότερα. Από αυτά που μας έλεγε ο Μπάμπης, δεν έδειχνε να είναι άνετος οικονομικά. Λειτουργούσε όπως θα έκανε κάποιος νιόπαντρος».
«Προσπαθούσε να σε υποτάξει με το βλέμμα του»
Αντί πάντως, της μονοκατοικίας που ονειρευόταν στο Πικέρμι, η καθημερινότητά του πλέον, περιορίζεται σ’ ένα κελί 12 τετραγωνικών κι ένα προαύλιο λίγων μέτρων, στην VIP 6η πτέρυγα των φυλακών Κορυδαλλού.
Ο ίδιος άνθρωπος που με τα χέρια του έπνιξε, εν ψυχρώ, τον σκύλο του, τώρα, όπως φαίνεται εδώ, κρατά ένα μπουκάλι και σε μια άκρη του τοίχου των φυλακών, βάζει νερό στις γάτες που φροντίζει. Ατάραχος, ήρεμος… δείχνει να κρατά αποστάσεις από τους υπόλοιπους κρατούμενους. Όπως τον περιγράφει, αποκλειστικά στο LIVE NEWS, ο γείτονάς του, στο σπίτι που νοίκιαζε ο πιλότος πριν μετακομίσει στα Γλυκά Νερά.
«Ότι ήτανε κλειστός ήταν, δεν ανοιγόταν. Δεν είχαμε δει ποτέ τους γονείς, τώρα έμαθα ότι είχε αδελφό, δεν είχαμε δει φίλο, δηλαδή ήταν μοναχικός τύπος. Πάντα βέβαια ήταν με τη στολή και το ύφος του ήτανε υπεροπτικό, ας το πω έτσι».
Η έκπληξή του, όταν για πρώτη φορά, αντίκρυσε την Καρολάιν ήταν μεγάλη.
«Ήταν απομονωμένο ζευγάρι. Νομίζω κάτω στον κήπο την πρώτη φορά, νομίζω Σάββατο ήταν, Κυριακή; Και εκεί μας τη γνώρισε, αλλά δεν μας είπε ότι: «Είναι η κοπέλα μου». «Από εδώ η Κάρολαϊν», μας είπε. Φαινόταν πολύ μικρή. Στην αρχή μου έκανε εντύπωση ας πούμε τόσο μικρή. Υπήρχε μεγάλη διαφορά ηλικίας. Καθημερινές δεν ήταν όμως, από εκεί καταλάβαμε ότι ήτανε μαθήτρια ας πούμε. Ερχόταν Σάββατο βράδυ και έφευγε Κυριακή, δηλαδή πολύ μικρό χρονικό διάστημα».
Η είδηση της σύλληψης του πρώην γείτονά του ήταν σοκαριστική κι ακόμα περισσότερο η ομολογία του. Ενός ανθρώπου με τον οποίο συναναστρεφόταν καθημερινά.
«Πέσαμε από τα σύννεφα. Βέβαια, αυτό που λένε ας πούμε ότι κάτι είχε το βλέμμα του, κάτι είχε, που είχε ο Μπάμπης στο μάτι του. Δηλαδή ήθελε βλεμματική υποταγή, και το βλέπω, ήταν η πρώτη φορά που βγήκε από το σπίτι, αυτό είδα εγώ, αυτό το βίντεο και ήταν και η πρώτη φορά που δεν σε κοίταγε στα μάτια, γιατί τον ξέραμε. Δηλαδή σε κοίταγε, σε όποιον μίλαγε τον κοίταγε να σε υποτάξει ας πούμε βλεμματικά, δεν υπάρχει πουθενά αλλού αυτό, δηλαδή αισθανόσουν άσχημα που τον κοίταγες στα μάτια».
Κι αυτή είναι πλέον η εικόνα του καθ’ ομολογίαν δολοφόνου της Καρολάιν. Πίσω από τα σίδερα της φυλακής. Να μαζεύει τη μπουγάδα του από τα σύρματα. Στον Κορυδαλλό, μακριά από την πολυτέλεια της ζωής που τόσο μάταια αναζητούσε