Τραγική κατάληξη είχε η υπόθεση με τη συντριβή αεροσκάφους τύπου Τσέσνα (Cessna) ανοιχτά της Σάμου, καθώς νεκροί είναι οι δύο επιβαίνοντές του.
Το Τσέσνα 172 πραγματοποιούσε ιδιωτική πτήση από το Ισραήλ με προορισμό το νησί της Σάμου. Το αεροσκάφος προσπάθησε αρχικά να προσγειωθεί στις 20:00 στο αεροδρόμιο Σάμου, αλλά δεν τα κατάφερε, πιθανότατα λόγω κάποιου μηχανικού προβλήματος που προέκυψε.
Έπειτα από έρευνες του Λιμενικού σώματος, εντοπίστηκαν τα συντρίμμια και στη συνέχεια οι σοροί των δύο επιβατών. Σύμφωνα με πληροφορίες, πρόκειται για ζευγάρι Ισραηλινών, ένας άνδρας και μια γυναίκα, οι οποίοι πήγαιναν στο νησί για διακοπές.
Τι συνέβη
Το Τσέσνα, όπως αναφέρουν μάρτυρες, αντιμετώπισε πρόβλημα στο ύψος του αεροδρομίου «Αρίσταρχος», ταλαντεύτηκε στον αέρα, εξερράγη και κατέπεσε στη θάλασσα.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωση της η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας, το ιδιωτικό αεροσκάφος τύπου Cessna C182 απογειώθηκε από τον αερολιμένα της Χάϊφα στο Ισραήλ με δύο επιβαίνοντες.
Σύμφωνα με το σχέδιο πτήσης που είχε καταθέσει, το αεροσκάφος θα πραγματοποιούσε ιδιωτική πτήση και θα προσγειωνόταν λίγα λεπτά μετά τις 20:00 στο αεροδρόμιο του νησιού.
Λίγο πριν την προσγείωσή του χάθηκε η επικοινωνία με τον Πύργο Ελέγχου στη Σάμο και η ΥΠΑ ενημέρωσε το Κέντρο Έρευνας και Διάσωσης για την απώλεια επικοινωνίας.
Μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη Νετανιάχου ο ένας νεκρός
Την ταυτότητα των δύο ατόμων που έχασαν τη ζωή του στη Σάμο, αποκαλύπτουν τα ισραηλινά ΜΜΕ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της ιστοσελίδας «Times of Israel», θύματα είναι ο Haim Garon και η γυναίκα του, Esti, οι οποίοι βρήκαν τραγικό θάνατο αμέσως μετά την πτώση του αεροσκάφους.
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, ο Haim Garon ήταν πρώην αναπληρωτής διευθυντής στο υπουργείο Επικοινωνιών του Ισραήλ και αναμενόταν να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη κατά του πρώην πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου για θέματα διαφθοράς.
Όπως αναφέρει η ισραηλινή ιστοσελίδα, ο Haim και η Esti Garon ήταν ηλικίας περίπου 70 ετών και μόνιμοι κάτοικοι Τελ Αβίβ.
Τον Μάιο του 2020, ο Geron μίλησε στο Radio 103FM για τη μαρτυρία που είχε δώσει στη δίκη του Νετανιάχου και είπε ότι σχετίζεται με την ανάπτυξη της υποδομής οπτικών ινών της χώρας, τον κλάδο των επικοινωνιών και τις τηλεφωνικές υπηρεσίες.
Ερωτηθείς για το αν είχε δει ποτέ κάποια εγκληματική δραστηριότητα στο υπουργείο, ο Garon απάντησε ότι «το δικαστήριο είναι το μόνο που μπορεί να καθορίσει αν κάτι είναι εγκληματικό ή όχι».
Πάντως, σύμφωνα με την «Jerusalem Post», ο Garon δεν θεωρούνται ως βασικός μάρτυρας της υπόθεσης και ο θάνατός του δεν θα εμποδίσει την εξέλιξη της. Οι σημαντικότεροι μάρτυρες είναι οι Shlomo Filber και Avi Berger.
Για τι κατηγορείται ο Νετανιάχου
Σημειώνεται πως ο Μπενιαμίν Νετανιάχου κατηγορείται για δωροδοκία, απάτη και παραβίαση εμπιστοσύνης σε σχέση με τρεις ξεχωριστές υποθέσεις, με τη δίκη του να έχει καθυστερήσει αρκετές φορές.
Ο πρώην ισραηλινός πρωθυπουργός έχει κατηγορηθεί σε τρεις περιπτώσεις, γνωστές ως Φακέλους 1.000, 2.000 και 4.000:
Φάκελος 1.000 – Απάτη και παραβίαση της εμπιστοσύνης: κατηγορείται για δωροδοκία – κυρίως πούρα και μπουκάλια σαμπάνιας – από ισχυρούς επιχειρηματίες σε αντάλλαγμα εύνοιες.
Φάκελος 2.000 – Απάτη και παραβίαση της εμπιστοσύνης: Ο Νετανιάχου κατηγορείται ότι προσφέρει βοήθεια στη βελτίωση της κυκλοφορίας της ισραηλινής εφημερίδας Yediot Ahronot σε αντάλλαγμα θετικής κάλυψης.
Φάκελος 4.000 – Δωροδοκία, απάτη και παραβίαση της εμπιστοσύνης: Ως πρωθυπουργός και υπουργός επικοινωνιών κατά τη στιγμή της υποτιθέμενης παράβασης, ο Νετανιάχου κατηγορείται ότι προώθησε κανονιστικές αποφάσεις ευνοϊκές για τον ελεγκτή μετόχο στον γίγαντα τηλεπικοινωνιών Bezeq, Σαούλ Έλοβιτς, σε αντάλλαγμα θετική κάλυψη από τον ιστότοπο ειδήσεων Walla του κ. Έλοβιτς.
Ο Νετανιάχου αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες εναντίον του, χαρακτηρίζοντάς τους ως «κυνήγι μαγισσών» από τους πολιτικούς του αντιπάλους, και ορκίστηκε να καθαρίσει το όνομά του.