Με την περιγραφή της σκηνής της επίθεσης με βιτριόλι ξεκίνησε την κατάθεσή της ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας η Ιωάννα Παλιοσπύρου, ενώ λίγα βήματα πιο πίσω η κατηγορούμενη στο εδώλιο παρακολουθούσε το θύμα της, στο πρώτο τετ α τετ θύματος και θύτη.
Η Ιωάννα έφτασε στο δικαστήριο λίγο μετά τις 9, ενώ λίγο μετά τις 09.30 μπήκε στη δικαστική αίθουσα και η 36χρονη κατηγορούμενη συνοδεία 4 αστυνομικών, με την Ιωάννα Παλιοσπύρου να έχει καρφωμένο το βλέμμα επάνω της.
Η Ιωάννα καθόταν από την αριστερή πλευρά του ακροατηρίου και η κατηγορούμενη από τη δεξιά. Όταν μπήκε μέσα, η Ιωάννα την κοίταζε επίμονα, και η κατηγορούμενη καθόταν στη θέση της κοιτάζοντας μπροστά, με το βλέμμα στο κενό.
Όταν ο δικαστής ζήτησε για χωροταξικούς λόγους να μετακινηθούν η Ιωάννα πέρασε πολύ κοντά από την κατηγορούμενη έσκυψε και της ψιθύρισε «Τι με κοιτάς;», με την κατηγορούμενη να μην απαντάει.
Συγκλονίζει η περιγραφή της Ιωάννας
«Σηκώθηκα για να πάω στη δουλειά μου και ήμουν στην είσοδο της πολυκατοικίας των γραφείων. Πάτησα το κουμπί του ασανσέρ και περίμενα να κατέβει. Κοιτούσα προς το κάτω περιμένοντας. Άκουσα κάποιους θορύβους. Δεν έδωσα σημασία.
Σκέφτηκα ότι μπορεί να είναι η καθαρίστρια ή κάποιος άστεγος. Καθώς περίμενα το ασανσέρ εμφανίστηκε μπροστά μου μια γυναίκα, σήκωσα το βλέμμα και με κοίταξε στα μάτια. Μου έριξε το βιτριόλι που εκείνη τη στιγμή δεν κατάλαβα τι ήταν και έφυγε τρέχοντας. Θέλω να σας πω ότι λούστηκα με αυτό το υγρό, το ένιωσα παντού πάνω μου. Ημουν παντού στο σώμα μου λουσμένη και κατευθείαν μου ήρθε η μυρωδιά.
Το πρώτο πράγμα ήταν να τρέξω για κάπου για βοήθεια. Θυμήθηκα ότι είχε φαρμακείο δίπλα και έτρεξα προς το φαρμακείο. Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα δώστε μου λίγο νερό πεθαίνω βοήθεια φώναζα. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιανα το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω. Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. …Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου γιατί λιώνανε πάνω μου.
Εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ μπορούσα να να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα θέε μου βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς.
Θυμάμαι απλά να με βρέχουνε να ουρλιάζω να πονάω να ξανακοιμάμαι να ξανά ξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι και στο αυτί. Αυτά δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω.
Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε θεέ μου και κατάλαβα ότι το είπε για μένα (κλαίει) κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή.
Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα και απλά παρακαλούσα να επιβιώσω.
Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο.
Για να αντέξω προσπαθούσα να κοροϊδέψω εαυτό μου. Ότι ζω ένα όνειρο. Το βράδυ μετά τις 9 αφού πέρασαν όλοι οι γιατροί έλεγα “Ιωάννα θα ξυπνήσεις”. Προσπαθούσα να με πείσω για να αντέξω ότι τα όνειρα μου είναι πραγματικά και η πραγματικότητα είναι ο εφιάλτης», κατέθεσε η Ιωάννα με σπασμένη φωνή.
Ξέσπασε η οικογένεια της Ιωάννας
Ξέσπασαν οι συγγενείς της Ιωάννας Παλιοσπύρου κατά τη διάρκεια της κατάθεσή της στο δικαστήριο.
Κάποια στιγμή ο συνήγορος πολιτικής αγωγής Απόστολος Λύτρας τη ρώτησε αν η κατηγορούμενη σήμερα που ήρθε στο δικαστήριο της είπε κάποια κουβέντα ή αν της ζήτησε συγνώμη.
«Δεν έχει πει τίποτα. Μόνο με κοίταξε στα μάτια όπως εκείνη την ημέρα. ψυχρή και απαθής», απάντησε η Ιωάννα.
«Κύριε πρόεδρε…», ακούστηκε να λέει η κατηγορούμενη στο σημείο αυτό, προκαλώντας την οργή της οικογένειας της Ιωάννας..
Ο αδερφός και η μητέρα της δεν άντεξαν «Τολμάς να μιλάς. Φίδι… Σκύλα, απόβρασμα της κοινωνίας μας διέλυσες», φώναξαν προς την κατηγορούμενη η οποία κάθεται στην πρώτη σειρά των εδράνων στο ακροατήριο περιστοιχισμένη από τέσσερις αστυνομικούς για λόγους ασφαλείας.