Η κάμερα της εκπομπής MEGA Καλημέρα συνάντησε την Τατιάνα Λύγαρη, η οποία μίλησε για την απόφασή της να μην κάνει παιδί, το σοκ όταν άκουσε πως η μητέρα της είχε 24 ώρες ζωής, ενώ τοποθετήθηκε και στο θέμα των ηθοποιών που εγκατέλειψαν παραστάσεις που έπαιζαν για να μπουν σε κάποιο reality show.
«Το θέατρο “Το τρένο στο Ρουφ” είναι δημιούργημά μου, έχει μονοπωλήσει τη ζωή μου. Έχει γράψει μια μεγάλη ιστορία. Δεν είναι ένα απλό θέατρο, είναι ένα βιομηχανικό μνημείο του σύγχρονου πολιτισμού και της ελληνικής ιστορίας, με τα μουσειακά του βαγόνια και την πολιτιστική του διαδρομή. Εδώ και 24 χρόνια, χιλιάδες καλλιτέχνες έχουν περάσει από τα βαγόνια μας, σε όλες τις δράσεις που κάνουμε», είπε η Τατιάνα Λύγαρη.
«Πολλά ζευγάρια έρχονται στο εστιατόριο για πρόταση γάμου, και θεωρούν το χώρο πολύ ρομαντικό. Δεν κάνω επίσημες εμφανίσεις γιατί δουλεύω μέχρι το χάραμα. Ο χώρος συνεχίζει να έχει πρακτικά προβλήματα μετά από 25 χρόνια, και αυτό με κάνη έξαλλη», πρόσθεσε η αγαπημένη ηθοποιός και σκηνοθέτης.
«Παντρεύτηκα σε μεγάλη ηλικία, δεν έκανα παιδιά από επιλογή, γιατί πίστευα τότε – και ίσως λάθος μου – ότι δεν πρέπει τα παιδιά να μεγαλώνουμε με τη γιαγιά. Εγώ ήθελα να αφιερωθώ στο παιδί μου και τρόμαζα, αλλά ταυτόχρονα δεν πίστευα και στο γάμο, επειδή είμαι παιδί διαζευγμένων γονιών», εξήγησε η ίδια σχετικά με την απόφασή της να μην κάνει παιδί.
«Πριν από 3,5 – 4 χρόνια σκηνοθετούσα, και στις τελευταίες γενικές πρόβες “έχασα” τη μητέρα μου, μου είπαν ότι είχε 24 ώρες ζωής, “έφυγε” μέσα σε μια βδομάδα. Το βράδυ ήμουν στο νοσοκομείο και το πρωί ερχόμουν για γενική δοκιμή», είπε για τη δύσκολη στιγμή της απώλειας της μητέρας της.
Σχολιάζοντας το θέμα των ηθοποιών που εγκατέλειψαν το θέατρο και τις παραστάσεις στις οποίες έπαιζαν, για να βρεθούν σε κάποιο reality show η Τατιάνα Λύγαρη είπε ότι «Προσπαθώ να κατανοήσω τα νεότερα παιδιά, αλλά δεν το καταφέρνω. Όταν δεσμεύεσαι δεν εγκαταλείπεις ανάλογα με τα κέφια σου το θέατρο, το θεωρώ ανήθικο».
Μιλώντας, τέλος, για το ελληνικό MeToo, η ίδια είπε ότι «Είναι θέμα χαρακτήρα αυτά που ακούσαμε για τις κακοποιήσεις. Κάποιους καταγγελλόμενους τους γνώριζα, αλλά δεν είχα συνεργαστεί».