Το αυτοκίνητο από την πίσω πλευρά του οδηγού έχει διαλυθεί. Παραμορφωμένες λαμαρίνες, κομμάτια στον δρόμο. Οι μπροστινές θέσεις άθικτες.
Κι όμως. Από τη θέση του οδηγού, ένας άνδρας 59 ετών έχασε τη ζωή του. Η γυναίκα του, που ήταν συνοδηγός, τραυματίστηκε ελάχιστα και είδε τον άντρα της να ξεψυχά στην αγκαλιά της μέσα σε δευτερόλεπτα.
«Στον Βόλο, έξω από τον Βόλο έγινε. Πηγαίνανε σε γάμο τα παιδιά μου και πάρκαραν κάπου να πάρουν τηλέφωνο να δουν σε ποιο χωριό, δεν ξέρω τι… Και πάρκαραν στη ΛΕΑ, τη λωρίδα που έχει εκεί πέρα, κι ήρθε ένας από πίσω και τους σακάτεψε. Μέσα δεμένος ήταν, δεμένος, ότι είχαν σταματήσει κι άνοιξε το τηλέφωνο. Ευτυχώς που δεν σκότωσε και το παιδί το άλλο… και την κόρη μου», λέει η πεθερά του θύματος.
Το δυστύχημα προκάλεσε 26χρονος, χωρίς δίπλωμα, έχοντας αναπτύξει ταχύτητα.
«Τον πιάσανε. Δεν είχε ούτε δίπλωμα, δεν είχε τίποτα και έτρεχε. Μας κατέστρεψε, μας έκλεισε τα σπίτια μας. Στα καλά καθούμενα παιδί μου».
Η μοιραία σύγκρουση
10:30 το πρωί της Κυριακής στην Ε.Ο. Αθηνών Θεσσαλονίκης στο ρεύμα προς Θεσσαλονίκη, λίγο πριν από τον κόμβο Μικροθηβών, στο ύψος του Αϊδινίου.
Ο 59χρονος οδηγός του μπλε αυτοκινήτου σταματά στη λωρίδα έκτακτης ανάγκης για να μιλήσει στο κινητό του. Το λευκό αυτοκίνητο που ακολουθούσε, πέφτει με ταχύτητα στην πίσω αριστερή πλευρά.
Το αυτοκίνητο του ζευγαριού παρασύρεται από τη σύγκρουση, καταλήγει στις μπάρες και το λευκό αυτοκίνητο σταματά τη τρελή πορεία του, λίγα μέτρα πιο κάτω.
«Η κόρη μου έδωσε κατάθεση, πώς έγινε, τί έγινε… Ο άνθρωπος μας έφυγε, δε γυρίζει πίσω. Έχει κάνει όλη την Ευρώπη, έχει γυρίσει με φορτηγά, με αυτά, που δεν έχει πάθει γρατζουνιά… πέθανε στης κόρης μου τα χέρια πέθανε, αμέσως… δεν κατάλαβε τίποτα. Έχει μείνει εκεί πέρα γιατί θα του κάνανε νεκροτομή, να δούνε από τί πέθανε, γιατί δεν είχε αίματα και τέτοια, δεν είχε χτυπήσει».
Ο 26χρονος που προκάλεσε το θανατηφόρο τροχαίο, αλλοδαπός – με ελληνική ταυτότητα – γεννημένος στην Αλβανία, παρέμεινε στο σημείο μέχρι να φτάσουν ασθενοφόρα του ΕΚΑΒ και περιπολικά, με τους αστυνομικούς, στη συνέχεια, να τον συλλαμβάνουν.