Ειδικοί μίλησαν στη Νίκη Λυμπεράκη και τη Μεγάλη Εικόνα για την άρση των περιοριστικών μέτρων για τον κορωνοϊό και τις πιθανότητες να επανέλθουν λόγω νέας έξαρσης.
Ο καθηγητής Λοιμωξιολογίας Χαράλαμπος Γώγος, δίνοντας τη δική του ανάλυση για την άρση των μέτρων κατά της επιδημίας, τονίζοντας ότι η πανδημία δεν τελείωσε αλλά ότι μπορούμε πλέον να τη διαχειριστούμε με τα διάφορα καινούργια εργαλεία που αποκτήσαμε.
Εκτίμησε ότι το καλοκαίρι θα περάσει “ευχάριστα” θεωρώντας ότι μέχρι το τέλος Μαϊου θα ελαττωθούν σημαντικά οι θάνατοι, ενώ τόνισε την ανάγκη για προσεκτική επιτήρηση της πορείας του ιού. Συγκεκριμένα είπε: “Είναι νωρίς ακόμα να πει κανείς ότι τελειώνουμε με την πανδημία. Η αλήθεια είναι ότι τελειώνουμε με τα δύσκολα. Αυτό είναι δεδομένο, φαίνεται από τα δεδομένα που έχουμε αυτήν την στιγμή τα επιδημιολογικά, την βαρύτητα της νόσου, τα σημαντικά εργαλεία που έχουμε για τη διαχείριση της επιδημίας. Πέρα από τα εμβόλια έχουμε αντιικά φάρμακα, ξέρουμε πολλά περισσότερα πράγματα από όσα γνωρίζαμε, οπότε η διαχείριση είναι πολύ πιο εύκολη τώρα. Με το επιδημιολογικό τοπίο που υπάρχει, πολύ καλύτερα. Δυστυχώς, είναι πανδημία. Είναι παγκόσμια διασπορά. Δεν έχουμε πέσει σε ένα επίπεδο να έχουμε τοπικά κρούσματα. Με δεδομένο αυτό και με δεδομένο ότι υπάρχουν χώρες με χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη και κυκλοφορεί ο ιός, πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Για αυτό τον λόγο δεν λέμε ‘τελείωσε’. Λέμε ‘είμαστε πολύ καλύτερα’. Πρέπει να έχουμε μια συνεχή επιτήρηση, μια συνεχή παρακολούθηση και καταγραφή. Το καλοκαίρι θα περάσει ευχάριστα νομίζω.”
Εξήγησε πως : “Στην επιτροπή δουλεύουμε με καθαρά επιστημονικούς όρους. Αυτό είναι δεδομένο. Ανάμεσα στους σκληρούς δείκτες που βλέπαμε ήταν και οι εισαγωγές στα νοσοκομεία. Η επιβάρυνση του συστήματος υγείας ήταν για εμάς κριτήρια βάση των όποιων αποφασίζαμε αρκετά αυστηρά μέτρα… Το μηδέν νεκροί από τον κορωνοϊό είναι εφικτό. Αυτοί που πεθαίνουν περισσότερο αυτην την στιγμή είναι αυτοί που έχουν μείνει πολύ καιρό στην ΜΕΘ, με επιλοιμώξεις από άλλα μικρόβια, υποκείμενα νοσήματα σοβαρά, ευάλωτος πληθυσμός κλπ. Από τον κορωνοϊό λίγοι πεθαίνουν πραγματικά από λοίμωξη με το Όμικρον στέλεχος. Και όσο επεκτείνεται ο εμβολιασμός και τα αντιικά, θα μειωθούν αρκετά. Το θέμα είναι ότι δεν χρειάζεται πανικός. Χρειάζεται επιτήρηση.”
Ο καθηγητής Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής Γιάννης Τούντας υπογράμμισε ότι ακόμα η πανδημία δεν έχει τελειώσει και ότι υπάρχει πιθανότητα να δούμε μια εκ νέου έξαρση της διασποράς το Φθινόπωρο, κάτι που μπορεί να οδηγήσει στη λήψη μέτρων ξανά. Επίσης υπενθύμισε τον κίνδυνο να εμφανιστεί κάποια νέα μετάλλαξη του ιού που θα εκπλήξει δυσάρεστα τον κόσμο. Ο κ. Τούντας τόνισε ότι η εμφάνιση των καινούριων επιδημιών σχετίζεται με την εντατική εκτροφή ζώων προς βρώση, καθώς εκεί μεγαλώνουν οι πιθανότητες να μεταδοθεί στον άνθρωπο κάποιος ιός με βλαπτική δράση. Ανέφερε πως «Δεν έχουμε τελειώσει με την πανδημία. Δεν προχωράει γραμμικά αλλά με εξάρσεις και υφέσεις. Είναι πολύ πιθανό να δούμε το Φθινόπωρο ξανά μια έξαρση. Όχι τόσο σοβαρή όσο πέρυσι. Αλλά θα μας βάλει να δούμε πάλι μια κατάσταση που ίσως απαιτεί λήψη ορισμένων μέτρων. Πρέπει να το έχουμε υπόψη μας. Με βάση τα δεδομένα, τα πράγματα πάνε από το καλό στο καλύτερο. Δεν αποκλείεται όμως να δούμε στο μέλλον μια μετάλλαξη που να μας εκπλήξει δυσάρεστα…»,
«Έχουν ξεσπάσει τα τελευταία 40 χρόνια 32 επιδημίες στον κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι η πηγή που γεννά αυτές τις επιδημίες, όσο δεν την αντιμετωπίζουμε στις ρίζες της, θα συνεχίσει να γεννάει επιδημίες. Θα συνεχίσουμε να το βλέπουμε τα επόμενα χρόνια. Στην ρίζα είναι ένα ζήτημα που αφορά τη σχέση του ανθρώπινου είδους με το περιβάλλον. Έχει σχέση με την καταστροφή του περιβάλλοντος, την κλιματική κρίση και κυρίως με την αλλαγή της σχέσης μας με το ζωικό βασίλειο, την αύξηση της ζήτησης για ζωικές πρωτεΐνες που έχει οδηγήσει σε μια ανεξέλεγκτη εκτροφή ζώων προς βρώση. Βρίσκονται σε συνθήκες τελείως ανθυγιεινές που ευνοεί τη μετάδοση των ιών από ζώων σε ζώο, που μέσα από αυτήν την αυξημένη μετάδοση, αυξάνονται και οι μεταλλάξεις και κάποιες από αυτές έρχονται πια επικίνδυνες στον άνθρωπο», συνέχισε.
Μιλώντας στην εκπομπή, ο Καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο LSE, Ηλίας Μόσιαλος τόνισε ότι η άρση περιορισμών αποτελεί απόφαση πολυπαραγοντική, ενώ υπενθύμισε τα ρίσκα που συνυπολογίζονται στην λήψη τέτοιων αποφάσεων. Επίσης, έκανε αναφορά στην καινούρια οξεία ηπατίτιδα που επηρεάζει παιδιά, υπογραμμίζοντας ότι τα κρούσματα είναι ελάχιστα σε σχέση με το σύνολο του πληθυσμού των παιδιών.
«Στις αρχικές φάσεις επειδή υπάρχει αβεβαιότητα, πρέπει να δράσουμε δραστικά. Για αυτό γίναν τα λοκντάουν. Δεν είχαμε εμβόλια, δεν είχαμε φάρμακα, στην Ελλάδα δεν είχαμε προστατευτικό υλικό, όπως και άλλες χώρες της Ε.Ε. Οπότε έπρεπε να κερδίσουμε χρόνο με το λοκντάουν, που στην Ελλάδα δεν κράτησε πολύ, λιγότερο από 2 μήνες. Όταν φτάνουμε στη διαχείριση των ρίσκων, φτάνουμε στην αβεβαιότητα, ξέρουμε πως μεταδίδεται ο ιός, έχουμε εμβόλια και φάρμακα, αρχίζουμε και σκεφτόμαστε το ρίσκο που υπερβαίνει το άμεσο υγειονομικό ρίσκο του κορονοϊού. Υπάρχουν τρεις άλλες μορφές ρίσκου που πρέπει να πάρουμε υπόψη μας. Η μία είναι το υγειονομικό ρίσκο που δεν έχει σχέση με τον κορωνοϊό. Όλοι οι άλλοι ασθενείς, που είχαν δυσκολία πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας. Μιλάμε για το ψυχολογικό ρίσκο, το οποίο είναι πολύ μεγάλο. Τα ψυχολογικά προβλήματα που θα δημιουργήσει αυτή η πανδημία, θα τα δούμε μετά τη λήξη της πανδημίας σε πολλαπλές εκδηλώσεις. Δεύτερη μεγάλη κατηγορία ρίσκου είναι το οικονομικό ρίσκο. Έχει δύο διαστάσεις»
»Αν υπάρξει κατάρρευση της οικονομίας, θα υπάρχει πολύ μεγάλη ανεργία και πιθανώς μακροχρόνια ανεργία, ιδιαίτερα στις ευάλωτες κατηγορίες του πληθυσμού και στα χαμηλότερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα. Αν έχεις μακροχρόνια ανεργία, έχεις και πολλά προβλήματα υγείας. Το τρίτο ρίσκο είναι το εκπαιδευτικό ρίσκο. Όταν μειώνουμε το ρίσκο του κορονοϊού γιατί έχουμε φάρμακα και θεραπευτικές παρεμβάσεις, δεν είναι θέμα τουρισμού. Δεν χαλαρώνουμε γιατί η οικονομία παίρνει προτεραιότητα. Είναι γιατί το βασικό ρίσκο που αντιμετωπίζαμε μέχρι τώρα είναι πιο αντιμετωπίσιμο. Δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε ταυτόχρονα όλα τα ρίσκα, δηλαδή να αντιμετωπίζουμε τον κορωνοϊό αυστηρά, να έχουμε μια οικονομία που να ακμάζει και παράλληλα να είναι και το εκπαιδευτικό σύστημα τέλειο. Δεν γίνεται. Υπάρχουν συμβιβασμοί που πρέπει να γίνουν στη δημόσια πολιτική κι αυτό γίνεται αυτήν την στιγμή»
Σε ότι αφορά την ηπατίτιδα είπε: “Έχουμε περίπου 200 κρούσματα ηπατίτιδας παγκοσμίως στον παιδικό πληθυσμό. Ο παιδικός πληθυσμός μέχρι την ηλικία των 14 ετών είναι 2 δισεκατομμύρια παιδιά παγκοσμίως. Είναι περίπου 1,5 δισεκατομμύριο μέχρι την ηλικία των 10 ετών που έχουμε τα περισσότερα κρούσματα. Κατανοούμε λοιπόν ότι όταν μιλάμε για 200 κρούσματα εκ των οποίων τα 17 χρειάστηκαν μεταμόσχευση, εκεί είναι η δυσμενής εξέλιξη, είχαμε έναν θάνατο. Αν το δούμε ποσοτικά το γεγονός, δεν υπάρχουν αυτήν την στιγμή λόγοι ιδιαίτερης ανησυχίας. Αυτό που μας ανησυχεί βέβαια είναι το να βρούμε το αίτιο. Το αίτιο δεν είναι σαφές. Δεν ξέρουμε αν είναι ο αδενοϊός, μια μορφή αδενοϊού, ενισχυμένος με συνύπαρξη με κορονοϊό, ή αν έπαιξε ρόλο μια ευαισθησία των παιδιών επειδή βρέθηκαν απομονωμένα. Υπάρχει λόγος ανησυχίας, αλλά όχι πανικού.”
Για το τεράστιο ψυχικό κόστος της πανδημίας μίλησε ο Θοδωρής Αθερίδης. Ο αγαπημένος ηθοποιός μάλιστα αφηγήθηκε και την προσωπική του εμπειρία, αποκαλύπτοντας πως μετά τους πρώτους 7 μήνες της πανδημίας ο φόβος απέναντι σε αυτήν την κατάσταση του προκάλεσε αγχώδη διαταραχή, επιβάλλοντας μάλιστα και φαρμακευτική αντιμετώπιση. Εμφανίστηκε αισιόδοξος για την επιστροφή του κόσμου στον πολιτισμό, περιγράφοντας με πόσο ενθουσιασμό επιστρέφουν οι θεατές στα θέατρα.