Καταπέλτης ήταν για τον 39χρονο προπονητής της ιστιοπλοΐας ο εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας, Χαράλαμπος Μαστραντωνάκης, ο οποίος εισηγήθηκε την ενοχή του για το βιασμό σε βάρος της ανήλικης αθλήτριάς του.
Η υπόθεση είναι η πρώτη ποινική δίκη στο πλαίσιο του κινήματος του metoo, που έφτασε στη δικαιοσύνη μετά τις αποκαλύψεις από την ολυμπιονίκη Σοφία Μπεκατώρου, η οποία ήταν και σήμερα παρούσα στο δικαστήριο και δεν έκρυψε τα συναισθήματά της ακούγοντας τη πρόταση ενοχής του εισαγγελέα για τον κατηγορούμενο.
Τα στοιχεία που οδήγησαν στην πρόταση για ενοχή
Ο εισαγγελικός λειτουργός περιέγραψε αναλυτικά τα στοιχεία εκείνα που τον οδήγησαν στην πρόταση του επί της ενοχής με θύμα ένα παιδί που μόλις είχε τελειώσει την 5η Δημοτικού.
Ο κ. Μαστοραντωνάκης μίλησε για χειραγώγηση της κοπέλας από τον προπονητή της και επισήμανε πως σε όλα τα στάδια της διαδικασίας περιέγραφε με τη ίδια ακρίβεια τα πραγματικά περιστατικά, ενώ όταν έφτασε να σταθμίσει την απολογία του κατηγορούμενου έκανε λόγο για αντιφάσεις που εντόπισε μεταξύ όσων είπε στο ακροατήριο και όσων είχε υποστηρίξει απολογούμενος στην ανακρίτρια.
Εγκληματικό σχέδιο
Στη διάρκεια της αγόρευσής του ο εισαγγελικός λειτουργός έκανε λόγο για εγκληματικό σχέδιο το οποίο, όπως είπε, «έθεσε σε εφαρμογή καταχρώμενος την ιδιότητά του και την εμπιστοσύνη που είχαν οι γονείς της καταγγέλλουσας. Επιμελώς φρόντισε να χτίσει γερές σχέσεις με τους γονείς των παιδιών που ήταν στον όμιλο, ειδικώς όμως έχτισε σχέσεις με τους γονείς της καταγγέλλουσας».
Στη συνέχεια, με βάση τα στοιχεία της δικογραφίας, αναφέρθηκε στις καταγγελλόμενες πράξεις στις οποίες προχώρησε παρά το γεγονός ότι, όπως είπε ο εισαγγελέας, «αντιλαμβανόταν τον παράνομο χαρακτήρα των πράξεων τους και κυρίως παρά το γεγονός ότι γνώριζε την ηλικία της κοπέλας».
Η καταγγέλλουσα, συνέχισε ο κ. Μαστοραντωνάκης, μη μπορώντας να ανεχθεί τη συμπεριφορά του βρήκε τη δύναμη στα 14 της πλέον να τα πει στους γονείς της, οι οποίοι εμβρόντητοι απευθύνθηκαν στις αρχές χωρίς να προχωρήσει η υπόθεση, φοβούμενοι τις επιπτώσεις που θα είχε μια τέτοια καταγγελία στο παιδί τους.
«Επτά χρόνια αργότερα μετά τη καταγγελία της Σοφίας Μπεκατώρου βρήκε τη δύναμη και η ίδια να καταγγείλει στις αρμόδιες αρχές όσα είχε βιώσει και να πάρει η υπόθεση την πορεία της», πρόσθεσε.
Ερωτήματα
Από την πλευρά του κατηγορούμενου ακούγοντας όσα έχει αναφέρει γεννώνται πολλά ερωτηματικά.
Σταθμίζοντας τις καταθέσεις της παθούσας ο εισαγγελέας τόνισε ότι «όσες φορές και να επανέλαβε, μίλησε ακριβώς για ίδια πραγματικά περιστατικά χωρίς να πέσει σε καμία αντίφαση. Γεγονός που δείχνει ότι όλα όσα βίωσε δεν είναι προϊόν φαντασίας ή μυθοπλασίας, αλλά πραγματικά περιστατικά που η έντασή τους σε αυτή τη τρυφερή ηλικία προκάλεσαν τραύματα στη ψυχή της που κανείς δε ξέρει αν θα ξεπεράσει».
Κατά την εκτίμησή του, μάλιστα, η κοπέλα δεν αντέδρασε αμέσως και δεν αποκάλυψε όλα όσα βίωνε στους γονείς της με τους οποίους είχε πολύ καλές σχέσεις «λόγω της ψυχολογικής βίας που την έκανε να νιώθει πολύ άβολα. Ένιωθε φόβο, ντροπή και ενοχή. Είχε μπει, όπως είπε, σε κατάσταση υπακοής».
Όταν η κοπέλα βίωνε τα γεγονότα ήταν ένα παιδί. «Ο κατηγορούμενος τη θαύμαζε και τη αγαπούσε εκδηλώνοντας αυτά τα συναισθήματα του χωρίς τη συναίνεση της παθούσας», κατέληξε ο εισαγγελέας, ζητώντας από τους δικαστές και τους ενόρκους να κηρύξουν ένοχο για βιασμό, κατάχρηση σε ασέλγεια και εξακολούθηση, ενώ ζήτησε την απαλλαγή του λόγω απορρόφησης των γενετήσιων πράξεων από το αδίκημα της κατάχρησης σε ασέλγεια.
Η δίκη συνεχίζεται με τις αγορεύσεις συνηγόρων πολιτικής αγωγής και υπεράσπισης ενώ η απόφαση του δικαστηρίου εκτός απροόπτου αναμένεται εντός ημέρας.