«Έσβησε» η βελούδινη φωνή της Ειρήνης Παπά που ερμήνευσε μοναδικά το 1983 το εγκώμιο Επιταφίου της Μεγάλης Παρασκευής.
Λιτά και δωρικά ενσάρκωσε μερικούς από τους σπουδαιότερους ρόλους του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου.
Ο Αλέκος Σακελλάριος στην αυτοβιογραφία του, αναφέρει πως όταν την πρωτοείδε να περπατά στο Σύνταγμα, αντίκρυσε ένα πανέμορφο πλάσμα, σαν να ζωντάνεψε μια Καρυάτιδα.
«Ήμουνα όμορφη αλλά εμένα μου αρέσει ο χαρακτήρας μου. Τα πάω καλά με μένα».
Σύμβολο της ελληνικής ομορφιάς, διάσημη εκπρόσωπος του μεσογειακού πολιτισμού στο εξωτερικό, χαρισματική και δυναμική γυναίκα κέρδιζε τους πάντες με τον χαρακτήρα της.
«Το πιο ανήθικο παραμύθι είναι η Σταχτοπούτα. Δεν περιμένω καμία νεράιδα να με χτυπήσει με το ραβδάκι. Πού είναι οι σπουδές, η εκπαίδευση, τα βιβλία;».
Με τον ίδιο τσαμπουκά κέρδισε και τους ρόλους της σε περισσότερες από 80 ταινίες με γυρίσματα σε όλο τον κόσμο.
«Την Ειρήνη Παπά τη γνώρισα όταν ήμουν ένας πολύ νέος ακόμη ηθοποιός. Έτυχε να με καλέσουν σ’ ένα εστιατόριο στο Κολωνάκι όπου ήταν καλεσμένη και η Ειρήνη Παπά. Θυμάμαι αποσβολώθηκα από το αγέρωχο βλέμμα, το οποίο βλέμμα ήταν κι αυτό που την οδήγησε στην κορυφή της διεθνούς σταδιοδρομίας διότι ήταν ανεπανάληπτος ο τρόπος που απέδωσε κάποιους ρόλους», λέει ο Χάρης Ρώμας.
Σπουδαία παρακαταθήκη
Η Ειρήνη Παπά αφήνει σπουδαία παρακαταθήκη τις ερμηνείες της. Ένας από τους ρόλους που τη σημάδεψαν ήταν κι αυτός της χήρας του Ζορμπά.
Ήταν από τους λίγους Έλληνες ηθοποιούς που διέπρεψαν στο εξωτερικό. Τρεις από τις ταινίες στις οποίες πρωταγωνίστησε προτάθηκαν για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας, με τη γαλλόφωνη «Ζ» του Κώστα Γαβρά να το κατακτά.
Υποψήφιες υπήρξαν επίσης και δύο ελληνικές ταινίες, μεταφορές στη μεγάλη οθόνη αρχαίων τραγωδιών, η Ηλέκτρα και η Ιφιγένεια.
«Τώρα από σας το μαθαίνω. Πάγωσα, πραγματικά μ’ αυτό που μου είπατε. Τι να σας πω; Μου έχει σηκωθεί η τρίχα. Η Ειρήνη Παπά είναι ένα σύμβολο για την Ελλάδα. Πραγματικά άλλη μια μεγάλη Ελληνίδα φεύγει, την αποχαιρετούμε με μεγάλη συγκίνηση, με πολύ σεβασμό, έχει γράψει μια σπουδαία ιστορία στην τέχνη της», είπε ο Απόστολος Γκλέτσος.
«Δεν έφυγα ποτέ από το Χιλιομόδι»
Η Ρηνούλα Λελέκου γεννήθηκε Σεπτέμβρη του 1926 στο ορεινό χωριό Χιλιομόδι της Κορινθίας. Τέταρτη κόρη σε οικογένεια δασκάλων αντιμετώπισε σθεναρές αντιστάσεις στην εφηβεία της όταν είπε στους γονείς της πως ήθελε να γίνει ηθοποιός.
Πολλοί την χαρακτήριζαν ως απρόσιτη όμως η ίδια το αντιμετώπιζε με χιούμορ.
«Κοίτα όνομα που έχω βγάλει; Να με λέει απρόσιτη. Γιατί είμαι απρόσιτη; Επειδή είμαι μελαχρινή και σκούρα; Δεν είμαι καθόλου απρόσιτη. Όταν μάλιστα είναι πράγματα που μ’ ενδιαφέρουν κάνω και υποχωρήσεις, παίρνω και λιγότερα χρήματα».
Στον τελευταίο χρόνο στην σχολή, ο Αλέκος Σακελλάριος την είδε να παίζει στον Μάκβεθ. Ο ίδιος, της ζήτησε να παίξει σε επιθεώρηση κι εκείνη ως γνήσια επαναστάτρια είπε το «ναι». Έτσι και αλλιώς «αυτοί του Εθνικού ήταν πολύ ψεύτικοι, δεν μπορούσα» θα πει.
Ο έρωτας με τον Μάρλον Μπράντο
Παρόλο που κράτησε το επίθετο του συζύγου της, του ηθοποιού και σκηνοθέτη, Άλκη Παππά, ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ. Ο κρυφός έρωτας της ζωής της, ο μεγαλύτερος γόης του κινηματογράφου Μάρλον Μπράντο. Την αποκάλυψη την έκανε η ίδια λίγο μετά τον θάνατό του το 2004 στην ιταλική εφημερίδα «Corriere Della Sera».
«Δε θέλαμε να μοιραστούμε με κανέναν αυτήν την αγάπη, δεν ήταν μυστικό αλλά μια προσωπική ιστορία. Δεν αγάπησα κανέναν άντρα όπως τον Μάρλον. Ήταν το μεγάλο πάθος της ζωής μου, ο άντρας για τον οποίο νοιάστηκα περισσότερο από οποιονδήποτε και εκείνος που εκτιμούσα περισσότερο, δύο πράγματα που δύσκολα συνυπάρχουν».
Γνωρίστηκαν στη Ρώμη, όταν εκείνος ήταν 30 ετών κι εκείνη 24. Μια ιστορία αγάπης που ξεκίνησε στη δεκαετία του ‘50 και δεν έσβησε ποτέ.
«Όλοι άνθρωποι το ίδιο πονάμε. Κι έχουμε ένα μεγάλο πρόβλημα τον θάνατο, τα αισθήματά μας, τις σχέσεις μας, κι αν συγκινήθηκα για κάτι είναι για το μέγεθος της αγάπης».
Η μεγάλη Ελληνίδα ηθοποιός ζούσε τα τελευταία χρόνια στο Χιλιομόδι Κορινθίας με προβλήματα υγείας λόγω της ασθένειας Αλτσχάιμερ.