Ο Βαγγέλης, στον οποίο έχει πλέον ασκηθεί δίωξη για τη δολοφονία του πατέρα του χωρίς να έχει συλληφθεί, μίλησε στο «Τούνελ» μετά την πολύωρη εξέτασή του στην αστυνομία, κατηγορώντας τους αστυνομικούς ότι στήνουν «μία πλεκτάνη για να τον τυλίξουν σε μία κόλλα χαρτί».
«Ερχόμενος από την παλιά πόλη για το σπίτι της μάνας μου, ξαφνικά είδα δύο αμάξια από τα οποία βγήκαν έξι άτομα. Ήρθαν και μου ζήτησαν να τους ακολουθήσω για να δώσω μία κατάθεση για πέντε – δέκα λεπτά και πως μετά θα έφευγα. Αυτά τα πέντε – δέκα λεπτά, έγιναν είκοσι τέσσερις ώρες και βγήκα γύρω στις 10:30 το επόμενο πρωί», ανέφερε ο γιος του θύματος.
«Είχα απλώς παραβλέψει να τους πω κάποια πράγματα, όπως δηλαδή το μήνυμα του μάρτυρα που το έχει αναφέρει η κυρία Νικολούλη στην εκπομπή της και παραδέχτηκα αμέσως ότι το είχα στείλει εγώ. Ήταν βλακεία μου που δεν το είχα πει στην αστυνομία. Είπαν πως έπεσα σε πάρα πολλές αντιφάσεις, απλώς ξέχασα να τους πω δύο – τρία πραγματάκια».
Ο ίδιος είπε στο «Τούνελ» πως όταν του παρουσίασαν τα στοιχεία από τα εγκληματολογικά εργαστήρια, αιτιολογήσετε τις κηλίδες αίματος που βρέθηκαν πάνω στην τσάντα του ως εξής:
«Όταν μπήκα μέσα στο σπίτι του πατέρα μου στις 14 Ιουνίου, η πρώτη μου κίνηση ήταν να βγάλω το σακβουαγιάζ μου και να το αφήσω πάνω στον καταψύκτη. Εκεί λένε ότι υπήρχε μία πετσέτα με αίματα και ότι την έπιασα εγώ και την έβαλα πάνω από την τσάντα μου. Αυτές οι κηλίδες αίματος, είναι από τραυματισμό μου στα απορριμματοφόρα γιατί έχουμε κάποιους τραυματισμούς. Με κατηγορούν μέχρι και γι’ αυτό…».
Συνεχίζοντας την ίδια γραμμή ανέφερε στον δημοσιογράφο της εκπομπής:
«Ξέχασα απλώς να τους πω κάποια πραγματάκια, δεν έκανα κάτι επίτηδες για να κρύψω στοιχεία. Δεν φταίω εγώ που δεν με κατέγραψαν οι κάμερες μία ημέρα πριν βρεθεί νεκρός. Άλλωστε εγώ δεν έχω εμπιστοσύνη στα καταγραφικά. Μου διέφυγε να τους πω ότι έκατσα τρεις ώρες μαζί του την προηγούμενη μέρα. Ήταν αμέλειά μου που δεν τους είπα ότι ήμουν στο σπίτι του εκείνη την ημέρα».
Ωστόσο, ο κατηγορούμενος πλέον γιος του, έπεσε σε αντίφαση και την ώρα που τα έλεγε όλα αυτά στον ρεπόρτερ.
Ενώ στην αρχή του τηλεφωνήματος ανέφερε πως την ημέρα πριν βρεθεί νεκρός ο πατέρας του, είχε πάει στο σπίτι του γύρω στις 12:00 το μεσημέρι για δέκα με δεκαπέντε λεπτά, στη συνέχεια και μετά από την επιμονή του δημοσιογράφου, παραδέχθηκε πως πήγε γύρω στις 15:00 και για περίπου τρεις ώρες!
«Είμαι πολύ σοκαρισμένος και η ψυχολογική μου κατάσταση είναι πολύ χάλια. Όχι ότι έχω τρομάξει, απλώς είναι ο ψυχολογικός πόλεμος που εισέπραξα εκεί μέσα πάλι. Επειδή ξέχασα τέσσερα – πέντε πράγματα, θέλουν να με στείλουν στη φυλακή».