Ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσείου, Τζόρτζ Όσμπορν, σε άρθρο του στο περιοδικό «The Spectator», επαναφέρει το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Την ίδια ώρα, αφήνει αιχμές κατά του πρώην πρωθυπουργού, Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος τόνισε πριν από μερικές μέρες πως τα Γλυπτά πρέπει να παραμείνουν στο Λονδίνο σε αντίθεση με όσα δήλωνε παλιότερα για την επιστροφή τους «εκεί που ανήκουν».
«Αξίζει να προσπαθήσουμε»
Στο άρθρο του ο Όσμπορν γράφει: «Τα Ελγίνεια Μάρμαρα ήταν πάντα αμφιλεγόμενο ζήτημα. Κάποιοι, όπως ο μεγάλος ρομαντικός ποιητής Λόρδος Βύρων, πίστευαν ότι δεν έπρεπε ποτέ να φύγουν από την Ελλάδα, αλλά στο Βρετανικό Μουσείο τα έχουν θαυμάσει δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι και πιστεύω ότι παίζουν ζωτικό ρόλο στην αφήγηση της πλήρους ιστορίας της κοινής ανθρωπότητας.
»Εμείς, οι διαχειριστές, διερευνούμε με τους Έλληνες αν υπάρχει τρόπος να λυθεί αυτή η 200 ετών διαμάχη, ώστε να μπορούν να βλέπουν τα Γλυπτά τόσο στο Λονδίνο όσο και στην Αθήνα, ενώ οι θησαυροί που βρίσκονται σήμερα στην Ελλάδα θα μπορούσαν να προβληθούν εδώ, σε νέο κοινό» έγραψε σχετικά ο διευθυντής του Βρετανικού Μουσεέιου, προσθέτοντας:
«Μπορεί να τα καταφέρουμε, μπορεί και όχι, αλλά αξίζει να προσπαθήσουμε».
Είναι η δεύτερη φορά από τον Φεβρουάριο που ο Όσμπορν μιλά για πιθανή συμφωνία με την Αθήνα, η οποία απορρίπτει τη δυνατότητα του δανεισμού των Γλυπτών καθώς δεν αναγνωρίζει νομή, κατοχή και κυριότητα στο Βρετανικό Μουσείο και τα θεωρεί προϊόντα κλοπής.
Ποιοι είναι οι λόγοι για την επιστροφή τους
Παράλληλα, άφησε την αιχμή του για τις αλληλοσυγκρουόμενες δηλώσεις που έχει κάνει κατά καιρούς για το θέμα ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας, Μπόρις Τζόνσον.
«Διάβασα αυτήν την εβδομάδα ότι ο άλλος μεγάλος ρομαντικός, ο Μπόρις Τζόνσον, ανησυχεί γι’ αυτό. Σίγουρα δεν μπορεί να είναι ο ίδιος Μπόρις που κάποτε έγραψε μια στήλη λέγοντας ότι οι λόγοι για την αρπαγή των Μαρμάρων ήταν καλοί.
»Όμως οι λόγοι για την επιστροφή τους είναι ακόμα καλύτεροι. Τα Ελγίνεια Μάρμαρα πρέπει να αφήσουν αυτή τη κουλτούρα ενοχής του Βορρά που πίνει ουίσκι και να εκτεθούν εκεί που ανήκουν: σε μια χώρα με το λαμπερό φως του ήλιου, στον τόπο του Αχιλλέα, ‘στα σκιερά βουνά και την ηχηρή θάλασσα’.
»Πρέπει να υπάρχουν δύο Μπόρις» σημείωσε ο Όσμπορν για τον Τζόνσον, ο οποίος στις αρχές Μαρτίου είχε πει, μεταξύ άλλων, πως τα Γλυπτά πρέπει να παραμείνουν στο Λονδίνο διότι το Βρετανικό Μουσείο «αφηγείται την ιστορία της εξέλιξης του ανθρώπινου πνεύματος» κι αν επιστραφούν στην Ελλάδα «τότε θα μείνει ένα τεράστιο κενό σε αυτήν την αφήγηση».
Το σχέδιο του Όσμπορν
Υπενθυμίζεται ότι ο διευθυντής του μουσείου είχε καταθέσει και πρόταση για τα Γλυπτά. Η πρόταση του Όσμπορν είχε ως κύριο στόχο να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των δύο πλευρών, συμπεριλαμβανομένης της ανταλλαγής. Σύμφωνα με άτομα που ενημερώθηκαν για το σχέδιο, θα προέβλεπε μια σειρά συμφωνιών δανεισμού που θα αφορούσαν τα Γλυπτά, οι οποίες σταδιακά θα έχτιζαν εμπιστοσύνη.
Παρόλα αυτά, θα ήταν μεγάλο πρόβλημα για τον Μητσοτάκη να δεχτεί ένα «δάνειο» αυτού που θεωρείται ελληνική περιουσία, αλλά το Βρετανικό Μουσείο θα συμφωνούσε να στείλει στην Αθήνα το ένα τρίτο ή περισσότερα από τα Γλυπτά για καθορισμένο χρονικό διάστημα, όπως 10 χρόνια.
Σε αντάλλαγμα για μερικά από τα Γλυπτά του Παρθενώνα, η Αθήνα θα δάνειζε ελληνικούς θησαυρούς στο Λονδίνο ως «αντιστάθμισμα». Οι εντυπωσιακές τοιχογραφίες της Σαντορίνης, που χρονολογούνται από το 1700 π.Χ., έχουν αναφερθεί στην Αθήνα ως μεταξύ των πιθανών υποψηφίων για μια τέτοια ανταλλαγή.
Ένα προφανές πρόβλημα είναι αν οι Έλληνες θα τα επέστρεφαν στο τέλος της περιόδου. Ο Ρίτσαρντ Λάμπερτ, προκάτοχός του Όσμπορν στο Βρετανικό Μουσείο και πρώην συντάκτης των FT, λέει: «Υπέθεσα ότι αν δανείζονταν, δε θα επέστρεφαν».
Το δεύτερο στοιχείο του σχεδίου Όσμπορν θα ήταν ότι, όταν έληγε το δάνειο, τα Γλυπτά θα επέστρεφαν στο Λονδίνο, αλλά ένα μεγαλύτερο μέρος θα πήγαινε ταυτόχρονα στην Αθήνα ως κίνητρο, καθιστώντας την Ελλάδα τη μόνιμη τοποθεσία για τα Γλυπτά.