Με εξαγορά της Credit Suisse από τη μεγαλύτερη ελβετική τράπεζα, την UBS, επιχειρεί να βάλει τέλος στις απώλειες κεφαλαίων και την αναστάτωση στις αγορές η κυβέρνηση και η Κεντρική Τράπεζα της χώρας.
Πτώση στα χρηματιστήρια
Η εξαγορά της Credit Suisse από τη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας ήρθε να βάλει «φρένο» στις τεράστιες παγκόσμιες απώλειες σε κεφάλαια αλλά και να καθησυχάσει τις αγορές.
«Την Παρασκευή, οι εκροές κεφαλαίων και η αστάθεια της αγοράς έδειξαν ότι δεν ήταν πλέον δυνατή η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης και ότι ήταν απολύτως απαραίτητη μια ταχεία και σταθεροποιητική λύση. Αυτή η λύση είναι η εξαγορά της Credit Suisse από την UBS», δήλωσε ο πρόεδρος της Ελβετίας, Αλέν Μπερσέ.
Η UBS θα πληρώσει περισσότερα από 3 δισεκατομμύρια δολάρια για την Credit Suisse και θα αναλάβει ζημίες που αγγίζουν τα 5,4 δισεκατομμύρια δολάρια. Η συμφωνία υποστηρίζεται από μια τεράστια ελβετική εγγύηση, 100 δισεκατομμυρίων και αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του 2023.
Η εξαγορά της Credit Suisse έλαβε θετική ανταπόκριση από την Ουάσιγκτον αλλά και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με τα χρηματιστήρια πάντως στην Ασία να κινούνται καθοδικά και τις τραπεζικές μετοχές στην Ευρώπη να γυρίζουν σε θετικό πρόσημο αργά το απόγευμα.
«Αυτές οι ενέργειες είναι καθοριστικές για την αποκατάσταση των συνθηκών της αγοράς και τη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας», είπε η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ.
Επηρεάζεται η Ελλάδα;
Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, επανέλαβε πως οι κλυδωνισμοί δε θα επηρεάσουν τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο.
«Νομίζω πως βρισκόμαστε στο τέλος του κύκλου στενότητας οπότε για να είμαι ειλικρινής δεν πιστεύω πως θα υπάρξει πρόβλημα στο ελληνικό ή το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα».
Η απόφαση της κατεπείγουσας εξαγοράς της Credit Suisse φαίνεται όμως να δημιουργεί σημαντικό ζήτημα στους ομολογιούχους της τράπεζας.
Η ελβετική Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε να αντιστρέψει το καθεστώς απωλειών, ανακοινώνοντας πως οι ομολογιούχοι της Credit Suisse χάνουν 17 δισεκατομμύρια δολάρια, σε αντίθεση με τους μετόχους που θα λάβουν ένα μέρος των επενδύσεών τους πίσω.