Ο Ντόναλντ Τραμπ παραπέμφθηκε σε δίκη, από το σώμα ενόρκων του Μανχάταν, μετά από έρευνα για τα χρήματα που κατέβαλε με αντάλλαγμα την σιωπή της πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς.
Με αυτόν τον τρόπο, έγινε ο πρώτος πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ που αντιμετωπίζει ποινικές κατηγορίες, παρά το γεγονός ότι διεκδικεί εκ νέου τον προεδρικό θώκο στις εκλογές του 2024.
Την ερχόμενη Τρίτη, ο πρώην πρόεδρος θα παραδοθεί στην δικαιοσύνη προκειμένου να του απαγγελθούν κατηγορίες, οι οποίες δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές, καθώς το κατηγορητήριο παραμένει ακόμη σφραγισμένο. Την έρευνα για την υπόθεση έχει αναλάβει ο εισαγγελέας του Μανχάταν Άλβιν Μπραγκ.
Δεν είναι ακόμα γνωστό εάν θα του περάσουν χειροπέδες αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι έχουν υπάρξει παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις μεταξύ της νομικής ομάδας που τον εκπροσωπεί των εισαγγελικών αρχών της Νέας Υόρκης.
Σε κάθε περίπτωση οι αρχές γνωρίζουν πως πρόκειται για μία κατάστασης που χρήζει προσεκτικού χειρισμού πρώτον γιατί μπαίνουμε σε αχαρτογράφητα νερά, καθώς πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ, πρώην πρόεδρος δεν έχει βρεθεί αντιμέτωπος με τέτοιες κατηγορίες.
Δεύτερον δεν πρόκειται για έναν «απλό» πρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά για τον Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος δεν έχει διστάσει να δείξει την σκληρή του εκλογική βάση ως ασπίδα προστασίας, οπότε υπάρχει ανησυχία για το ξέσπασμα κοινωνικών αναταραχών και σε αυτό έχει συντελέσει και η στάση που έχει τηρήσει το ρεπουμπλικανικό κόμμα, που του έχει δώσει πλήρη κάλυψη, ακόμα δε και οι εσωτερικοί του αντίπαλοι έχουν κάνει λόγο για φιάσκο και μία εργαλειοποίηση της δικαιοσύνης.
Το γεγονός ότι η δωροδοκία της πορνοστάρ δικαιολογήθηκε ως δικηγορική αμοιβή είναι πλημμέλημα ωστόσο το γεγονός ότι μπορεί να το συνδέσουν με την εκλογική νομοθεσία το καθιστά κακούργημα.
Τεχνικά μπορεί να επιβληθεί ποινή φυλάκισης από 3 έως 4 χρόνια και περισσότεροι νομικοί πιστεύουν πως δεν πρόκειται να του αποδοθούν κατηγορίες.