Αρχαιότητες ανεκτίμητης αξίας έκαναν «φτερά» από τις αποθήκες του Βρετανικού Μουσείου, σε μία υπόθεση που θεωρείται η μεγαλύτερη παραβίαση ασφαλείας στη σύγχρονη ιστορία του.
Πρόκειται για χρυσά κοσμήματα, πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους που χρονολογούνται από τον 15ο αιώνα προ Χριστού έως τον 19ο αιώνα μετά Χριστόν.
Ταυτόχρονα, υπάρχουν και αντικείμενα που έχουν υποστεί ζημιές, ενώ μετά από σχετική έρευνα οι υποψίες έπεσαν σε έναν συγκεκριμένο υπάλληλο ο οποίος και απολύθηκε.
«Η πλειοψηφία των αντικειμένων είναι μικρά κομμάτια που φυλάσσονταν σε αποθήκη και ανήκαν σε μία από τις συλλογές του Μουσείου, ενώ προστίθεται πως κανένα από τα αντικείμενα δεν είχε εκτεθεί δημόσια και φυλάσσονταν κυρίως για ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς σκοπούς», αναφέρει στο δελτίο του το SKY NEWS.
Δρούσε μόνος του;
Κανείς δεν γνωρίζει ακόμα πως ενεργούσε ο εργαζόμενος του Μουσείου και πού έχει διοχετεύσει τις κλεμμένες αρχαιότητες, καθώς και αν είναι ο ένας και μοναδικός ένοχος.
Το Μουσείο σημείωσε πως ο απολυμένος υπάλληλος θα υποστεί νομικές διώξεις ενώ έρευνα διεξάγει και η Διοίκηση Οικονομικού Εγκλήματος της Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λονδίνου.
Ανεξάρτητη έρευνα έχει ξεκινήσει και το Βρετανικό Μουσείο, με τον διευθυντή του, Χάρτουιγκ Φίσερ, να δηλώνει πως προτεραιότητα αποτελεί η ανάκτηση των χαμένων αντικειμένων.
Η ανεπάρκεια των μέτρων ασφαλείας του Βρετανικού Μουσείου καταρρίπτει το επιχείρημα των Βρετανών αξιωματούχων πως δεν επιστρέφουν στην Ελλάδα τα Γλυπτά του Παρθενώνα καθώς ανησυχούν για την τήρηση των κανόνων ασφαλείας του Μουσείου της Ακρόπολης.