Σε ένα πραγματικό λουτρό αίματος μετέτρεψαν τα μέλη της Χαμάς και το rave party που γινόταν στο νότιο Ισραήλ. Στο MEGA μιλούν αποκλειστικά δύο από τους ανθρώπους που σώθηκαν.
Φρίκη. Τρόμος. Κόλαση. Πτώματα παντού. Ανθρώπινα κουφάρια νέων ανθρώπων διάσπαρτα στο δρόμο και στα χωράφια. Οι εικόνες από το μακελειό που προκάλεσαν στο rave party οι τρομοκράτες της Χαμάς είναι συγκλονιστικές.
Τον εφιάλτης που έζησαν αφηγούνται αποκλειστικά στο MEGA και τον Γιάννη Χαραμίδη, ο 30χρονος Τομέρ και ο 38χρονος Μάικλ, δύο από τους επιζώντες του μακελειού.
«Περίπου στις 7.30 τα ξημερώματα ενημερωθήκαμε ότι οι τρομοκράτες πέρασαν τα σύνορα και ερχόντουσαν μέσα στο πάρτι. Άρχισαν να πυροβολούν τους ανθρώπους που ήταν έξω στο δρόμο και όσο η ώρα περνούσε ερχόντουσαν όλο και πιο κοντά σε εμάς. Βλέπαμε ανθρώπους να τρέχουν από τη μια μεριά στην άλλη για να αποφύγουν τις σφαίρες. Και εκεί καταλάβαμε ότι πρόκειται για τρομοκρατική επίθεση», είπε ο Τομέρ.
«Ξεκινήσαμε να τρέχουμε ξανά προς το μέρος που διεξαγόταν το πάρτι. Βρήκαμε το εκδοτήριο εισιτηρίων και κοιτάξαμε μέσα από το παράθυρο. Κρυβόντουσαν μέσα 4 άτομα. 2 κορίτσια και 2 αγόρια. Τους είπαμε να μας ανοίξουν την πόρτα, το έκαναν και κρυφτήκαμε μέσα. Μετά από μισή ώρα ακούγαμε τους τρομοκράτες της Χαμάς να μας πλησιάζουν. Ήταν μια ανάσα από εμάς δίπλα στο εκδοτήριο. Άρχισαν να πυροβολούν να πέφτουν ρουκέτες, να πυροβολούν τους πάντες», είπε ο Μάικλ.
«Ακούγαμε το πλήθος να φωνάζει, να ουρλιάζει καθώς είχαν χτυπηθεί είχαν δεχθεί πυροβολισμούς , κόσμος πέθαινε. Και εκεί πέρασε από το μυαλό μου ότι αυτό το μέρος μπορεί να είναι παγίδα. Γιατί θα έρθουν θα ανοίξουν την πόρτα και θα μας σκοτώσουν», συμπλήρωσε ο Τομέρ και συνέχισε:
«Ακούγαμε φωνές νέων ανθρώπων μεγάλων ανθρώπων, ο θεός είναι μεγάλος, ο θεός είναι μεγάλος και αραβικά ονόματα. Άκουγες τις σφαίρες να πέφτουν δίπλα σου. Και μέσα στο εκδοτήριο».
Ο ανατριχιαστικός ήχος από βίντεο – ντοκουμέντο
Σε βίντεο ντοκουμέντο που τράβηξε ο Τομέρ, ακούγεται ο ανατριχιαστικός ήχος από τις σφαίρες που πέφτουν βροχή στο εκδοτήριο όπου βρήκαν καταφύγιο.
«Παραμείναμε μέσα, τα κορίτσια ήταν τρομοκρατημένα, προσπαθούσαν να συγκρατήσουν τον τρόμο τους γιατί δεν έπρεπε να κάνουμε θόρυβο και τότε ένας από τους τρομοκράτες άρχισε να πυροβολεί το εκδοτήριο εισιτηρίων , δημιουργήθηκαν έξι τρύπες στους τοίχους. Η σφαίρα έπεφτε από εδώ, καρφώθηκε στην κοιλιά ενός αγοριού και έμεινε μέσα, στο άλλο παιδί έσκασε στο γόνατο και η σφαίρα διαπέρασε και το άλλο του γόνατο. Καθόμασταν μέσα στα αίματα και δεν φωνάζαμε για να μη μας ακούσει κανείς», είπε.
«Ξαφνικά ένας τρομοκράτης κοίταξε από το παράθυρο και μας είδε. Αυτό ήταν το πιο τρελό που έγινε. Μας κοιτάει και άρχισε να λέει τα λεφτά σας τα λεφτά σας. Όλοι σηκώθηκαν και του έδωσαν τα λεφτά τους. Μετά ζητούσε τα κινητά τηλέφωνα. Του δώσαμε τα κινητά. Το δικό μου δεν του το έδωσα γιατί προσπαθούσα να μιλήσω με αρμόδιους στο στρατό και την αστυνομία γιατί ήθελα να τους στείλω την τοποθεσία μας, οπότε το κράτησα στην τσέπη μου και του είπα ότι δεν έχω πάνω μου κινητό. Αφού του είχαμε δώσει τα πράγματά μας στο μυαλό μου είχα ότι θα μας σκότωνε γιατί είμασταν μέσα και αυτοί είχαν έρθει για να σκοτώσουν. Αλλά αυτός έφυγε και έκατσε κοντά στο εκδοτήριο. Εμείς ακούγαμε τους πυροβολισμούς και τις ρουκέτες και ξαφνικά ακούσαμε και ένα τανκ και πιστέψαμε ότι είναι του στρατού γιατί είχε πολύ θόρυβο πολλές φωνές νομίζαμε ότι οι στρατιώτες μάχονταν με τους τρομοκράτες αλλά όχι. Ήταν μόνο οι τρομοκράτες που πυροβολούσαν τον κόσμο».
«Κάθε είκοσι λεπτά όλο και κάποιος προσπαθούσε να ανοίξει την πόρτα. Κοιταζόμασταν μεταξύ μας αγκαλιαζόμασταν και ξέραμε ότι θα πεθάνουμε και είπαμε να κοιμηθούμε για να μην νιώσουμε τον θάνατο να έρχεται».
«Η ζωή είναι ένα δώρο»
«Περιμέναμε. Περιμέναμε αρκετά, εγώ κοιτούσα από το παράθυρο και δεν έβλεπα πια κανέναν τρομοκράτη. Τότε είδα κάποιους καταδρομείς, στρατιώτες δεν ήξερα τι ήταν και με είδαν και εκείνοι. Σήκωσα τα χέρια μου μου είπαν να ανοίξω την πόρτα, μεταφέραμε το παιδί που είχε δεχθεί τη σφαίρα στο πόδι και μετά πέφταμε κάτω γιατί δεν είχαμε πλέον άλλες δυνάμεις».
«Και τι βλέπαμε έξω; Ήταν λες και μας είχαν επιτεθεί ζόμπι. Για χιλιόμετρα έβλεπες πτώματα ανθρώπων. Μας έβαλαν σε ένα φορτηγό, 17 άτομα, οδηγούσαμε πάνω σε πτώματα. Είμασταν οι πρώτοι που είχαμε καταφέρει να φύγουμε. Ήμουν τυχερός, δεν το πιστεύω ότι αυτή τη στιγμή είμαι εδώ και μιλάω μαζί σου», πρόσθεσε.
Ο 30χρονος κατάφερε και νίκησε το θάνατο. Είναι πλέον ευλογημένος και το μόνο που εύχεται, όπως θα πει στον Γιάννη Χαραμίδη, είναι να μπορέσει να ζήσει τη ζωή του στα άκρα.
«Η ζωή είναι ένα δώρο. Όλο αυτό δεν αξίζει. Όταν νιώθεις το θάνατο, ό,τι και να έχεις και ο πλουσιότερος άνθρωπος να είσαι, είσαι μόνο εσύ και ο θάνατος».