Συγκλονίζουν οι ιστορίες ανθρώπων που κατάφεραν να ξεφύγουν από την Χαμάς.
«Δεν θα πεθάνουν, θα μείνουν ζωντανοί στις μνήμες μας και στις ιστορίες μας», λέει θύμα της επίθεσης.
Ο Ρότεμ σώθηκε με την αυτοθυσία των γονιών του. Μπήκαν μπροστά στους μαχητές της Χαμάς καλύπτοντας τον γιο τους. Οι γονείς του πέθαναν και ο Ρότεμ αναρρώνει από το ένα τραύμα από σφαίρα στην κοιλιά.
«Ήθελαν να είμαστε ευτυχισμένοι, ήθελαν να είμαστε χαρούμενοι, με ειρήνη. Δεν ήθελαν να βρισκόμαστε σε μια τέτοια κατάσταση».
Όταν οι μαχητές της Χαμάς έφυγαν από το σπίτι, αφού είχαν σκοτώσει τους γονείς του, ο Ρότεμ κάλεσε την θεία του, η οποία του μιλούσε στο τηλέφωνο επί 9 ολόκληρες ώρες κι ενώ αυτός ήταν ξαπλωμένος κάτω από την νεκρή μητέρα του.
«Στις 8 παρά τέταρτο πήραμε το τελευταίο της μήνυμα χωρίς απάντηση. Μέχρι που μερικά δευτερόλεπτα αργότερα ο Ρότεμ μας έγραψε ”η μαμά και μπαμπάς είναι νεκροί. Συγγνώμη”. Μετά ξεκίνησαν οι 9 ώρες στήριξης του Ρότεμ. Κάναμε ότι μπορούσαμε για να τα καταφέρει», αναφέρει η αδελφή του θύματος.
«Άρχισε να μας πυροβολεί λες και ήμασταν ένα τίποτα»
Από το κρεβάτι του νοσοκομείου, η 22χρονη Νέτα περιγράφει τις στιγμές που την στοιχειώνουν από την έφοδο των ένοπλων της Χαμάς στο κιμπούτς Κφαρ Άζα όπου έμενε. Την πυροβόλησαν έξι φορές στα πόδια.
«Τους ακούγαμε να πυροβολούν ανθρώπους. Να πυροβολούν παιδιά. Και εκείνα φώναζαν ”σε παρακαλώ, όχι”».
Από το δωμάτιο που ήταν κρυμμένη μαζί με τον σύντροφό της, έστελνε μηνύματα στον αστυνομικό πατέρα της, με τον οποίο δεν είχε μιλήσει εδώ και έξι χρόνια. Του έγραφε «πλησιάζουν» και εκείνος της απάντησε να κλειδώσει τις πόρτες. Λίγο αργότερα το δεύτερο μήνυμα έγραφε «με πυροβόλησαν».
«Άρχισε να μας πυροβολεί λες και ήμασταν ένα τίποτα. Έπεσα κάτω και άκουσα τον Σαντιάγκο να μου λέει ”Νέτα σε παρακαλώ, σήκω. Άρχισε να τρέχεις. Αν δεν σηκωθείς θα πεθάνουμε”».
Είναι εξοργισμένη με την Χαμάς. Δεν θέλει όμως το κακό των άμαχων παλαιστίνιων.
«Δεν θέλω την Χαμάς στην ζωή μου. Πρέπει να τους καταστρέψουν έναν – έναν. Ήρθαν να μας σκοτώσουν. Η χώρα μου δεν θέλει να βλάψει τους άμαχους. Θέλω να σωθούν. Δεν χρειάζεται να πεθάνουν όπως δεν χρειάζεται κι εγώ να πεθάνω. Είναι σαν εμένα».
«Είμαι συντετριμμένος και τρομοκρατημένος»
Τελικά εκείνη και ο Σαντιάγκο σώθηκαν οι άντρες της Χαμάς έριξαν μια χειροβομβίδα μέσα στο δωμάτιο κι εκείνοι έτρεξαν και κρύφτηκαν κάτω από μια σωρό με σκουπίδια. Ο πατέρας της έτρεξε να σώσει εκείνη και τον σύντροφο της μέσα σε διασταυρούμενα πυρά.
Η αδερφή του Τζίλι αγνοείται. Το σπίτι είναι κατεστραμμένο.
«Είμαι συντετριμμένος και τρομοκρατημένος μόνο που βλέπω το σημείο, όταν συνειδητοποιώ τι ακριβώς έγινε. Είμαι όμως και αποφασισμένος να φέρω πίσω την αδερφή μου. Να φέρω όλες τις γυναίκες, τα παιδιά τους πολίτες του στρατιώτες πίσω στο Ισραήλ ενωμένους».
Η Γιαρντέν, έδωσε στον σύζυγό της το 3 ετών κοριτσάκι τους για να τρέξει πιο γρήγορα και να το κρύψει. Η ίδια δεν κατάφερε να φύγει γρήγορα από το κιμπούτζ Μπεερί και έκτοτε αγνοείται.