Η δημοσιογράφος Αφροδίτη Γραμμέλη, και η Ψυχολόγος - Ψυχοθεραπεύτρια, Ελπίδα Παναγιωτουνάκου, μίλησαν στο «Όλα για τη Ζωή μας» και στον Μιχάλη Κεφαλογιάννη για την βία και την παραβατικότητα στα παιδιά και για το πώς αντιμετωπίζεται.
Το θέμα της βίας και της παραβατικότητας, είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα που αντιμετωπίζει η κοινωνία και δη τα τελευταία χρόνια.
Πώς συμπεριφερόμαστε σε ένα παιδί που έχει βρεθεί στην θέση του θύτη ή του θύματος μίας πράξης βίας;
Η Αφροδίτη Γραμμέλη μίλησε για το πώς βιώνει την συνύπαρξή της με τον έφηβο γιο της.
«Είναι το πιο δύσκολο που μου έχει συμβεί στη ζωή μου, η εφηβεία του παιδιού μου. Δεν αλλάζουν τα παιδιά αλλά ο κόσμος. Είχα μία δύσκολη εφηβεία. Βλέπω άρα πολλά ή ακούω για περιστατικά βίας, και σκέφτομαι ότι υπάρχουν παιδιά που τσακώνονται. Δίνουν ραντεβού για να τσακωθούν και σαν να πρέπει στη «μονομαχία» ο ένας να «πέσει» κάτω. Ποτέ, όταν είναι το παιδί μου εκτός σπιτιού δεν κοιμάμαι. Είμαστε alert συνέχεια. Τον πηγαίνω και τον φέρνω από το σημείο που πάει βόλτα. Δεν έχει συμβεί κάτι στο παιδί μου. Του έχω πει να μην εμπλέκεται, να φεύγει», είπε η δημοσιογράφος.
Η κ. Παναγιωτουνάκου έδωσε την επιστημονική διάσταση του θέματος.
«Είναι πολλά για τα οποία οι γονείς δεν είναι υπερβολικοί και αυτό είναι ένα από αυτά. Οι σημερινοί έφηβοι είναι αποδέκτες όλων αυτών των συνεπειών από κρίσεις που έχουμε περάσει με την πανδημία και αυτό έχει επηρεάσει την οικογένεια, και έχουν στραφεί στο διαδίκτυο. Παγκοσμίως έχουν φανεί ποιοτικές και ποσοτικές διάφορες ως προς την παραβατικότητα. Η δομή της κοινωνίας αλλάζει και γίνει πιο ατομικιστική από συλλογική. Το 30-35% εμπλέκονται σε πράξεις που έχουν να κάνουν με καταστροφή περιουσίας και πρόκληση σωματικών βλαβών», είπε αρχικά.
«Η βία είναι βία. Αν αντιδράσω σε κάτι με βία, τότε ου θα σταματήσουμε; Εκεί που θα έχουμε ένα τελειωτικό χτύπημα ή μία ανθρωποκτονία. Δεν είναι καλό να ωθούμε τα παιδιά μας στη βία. Υπάρχει ακόμα η νοοτροπία ότι τα αγόρια πρέπει να είναι μάγκες. Στους εφήβους, το κέντρο του εγκεφάλου που σχετίζεται με την κριτική σκέψη και τη λογική δεν είναι αρκετά ανεπτυγμένο σε σχέση με το κέντρο της παρόρμησης. Συχνά για να διαφοροποιηθούν από τους γονείς υιοθετούν ριψοκίνδυνες συμπεριφορές που προκαλούν βλάβες στον εαυτό τους ή στους άλλους. Η ειδοποιός διαφορά είναι το περιβάλλον. Είναι διαφορετικό να μεγαλώσω σε μία οικογένεια που δεν είναι πλήρης από άποψη δομής ή λειτουργικότητας ή να πηγαίνω σε ένα σχολείο που δεν υπάρχει εκπαιδευτικό όραμα ή που δεν υπάρχουν θετικά πρότυπα. Τα παιδιά δεν είναι κλεισμένα μέσα στο σπίτι»,
»Εάν ένα παιδί είναι σε ένα πλαίσιο που λύνεται το πρόβλημα με την φωνή, το ξύλο ή την υποτίμηση, όταν θα έρθει η στιγμή να συμβεί κάτι αντίστοιχο στη δική του ζωή θα του φανεί οικείο και θα είναι η πρώτη του αντίδραση», συμπλήρωσε η κ. Παναγιωτουνάκου.
Υπάρχει προφίλ του παιδιού που θα γίνει παραβατικό;
Σύμφωνα με την ειδικό, «είναι ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα, αλλά υπάρχει ένα προφίλ. Βλέπουμε εφήβους, κυρίως αγόρια ηλικίας 14-18 ετών με χαμηλό κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο, που μπορεί να απορρίπτουν το σχολείο, με κάποια συναισθηματική διαταραχή ή διαταραχή διαγωγής, και παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση. Οι γονείς είναι οι πρώτοι που αναγνωρίζουν το πρόβλημα, οι τελευταίοι που το παραδέχονται. Το θέμα είναι να είναι κοντά ο γονιός στο παιδί».
«Είναι ντροπή, όταν το ίδιο το παιδί ζητάει την ψυχολογική υποστήριξη γιατί έχει άλλη πλέον εικόνα για την ψυχική υγεία, να του το αρνείται ο γονιός και να προσπαθεί να το πείσει ότι δεν το έχει ανάγκη», συμπλήρωσε η Αφροδίτη Γραμμέλη.