Η συγκάτοικος της Σταυρούλας μίλησε στο «Τούνελ» για την κοινή τους ζωή και για τις ενέργειες που έκανε μετά την εξαφάνιση της.
«Στην αρχή νόμιζα ότι είχε πάει κάπου μιας και ήταν και καλοκαίρι για να ηρεμήσει, δεν ξέρω και εγώ τι. Οπότε δεν είχα ρωτήσει στην πλατεία ή πουθενά αλλού. Μετά από είκοσι περίπου μέρες όμως που έκλεισε το κινητό της, με ζώσανε τα φίδια», λέει χαρακτηριστικά.
«Η αστυνομία δεν ερεύνησε το σπίτι μας»
Η αστυνομία δεν ερεύνησε ποτέ το σπίτι τους και την δήλωση εξαφάνισης την έκανε τέσσερις μήνες μετά με την βοήθεια της θείας της Σταυρούλας.
Συγκατοικούσαν συνολικά είκοσι έξι χρόνια και δέκα από αυτά στο συγκεκριμένο σπίτι. Γενικά δεν είχε καλές σχέσεις με την οικογένεια της που μένουν στην Λάρισα και στο Βόλο.
«Στην αρχή μιλούσαν αλλά αφότου η μητέρα της πέθανε σε τροχαίο και είχαν κάποιες παρεξηγήσεις λόγω των χρημάτων και των αποζημιώσεων, σταμάτησαν. Υπήρξε και μια παρεξήγηση με τον πατριό της που ήταν να την βάλει σε μια δουλειά πάνω στο αντικείμενο που είχε σπουδάσει και το ήθελε πολύ αλλά εκείνος δεν το έκανε. Από το 1996 που έγινε αυτό είχε μια επικοινωνία μόνο με του παππούδες της όσο ήταν εν ζωή και την θεία της».
«Ζούσαμε από τα έτοιμα και υπήρχαν διενέξεις»
Η αγνοούμενη εργαζόταν όταν πρωτογνωρίστηκαν σε μια αεροπορική εταιρεία για τέσσερα χρόνια και έκτοτε δεν είχε ξαναδουλέψει.
«Για να συντηρεί τον εαυτό της χρησιμοποιούσε κάποια χρήματα που είχε η ίδια. Γενικά την βοηθούσα κι εγώ και μέναμε στο σπίτι μου στην Ηλιούπολη, οπότε δεν είχαμε ενοίκιο. Μετά αξιοποιήσαμε και όσα είχε πάρει σαν αποζημίωση από το τροχαίο, από ένα μαγαζί που πούλησε τον αέρα που ήταν στο όνομα της και από το διαμέρισμα που πούλησα και εγώ», λέει χαρακτηριστικά.
Τα τελευταία δέκα χρόνια αναφέρει πως καμία από τις δύο δεν δούλευε και αυτό την είχε επηρεάσει πάρα πολύ.