Ο ιδρυτής της κοινωνικής κουζίνας, Κωνσταντίνος Πολυχρονόπουλος, μίλησε στο MEGA και την εκπομπή Live News και ισχυρίστηκε πως θα απαντήσει για όσα του καταλογίζονται μόνο στην ελληνική Δικαιοσύνη αλλά και σε όλους όσοι έβαλαν έστω και ένα ευρώ στην οργάνωση.
Με τις αποκαλύψεις, τις μαρτυρίες και τις καταγγελίες να διαδέχονται η μία την άλλη, ο άνθρωπος πίσω από «Τον Άλλο Άνθρωπο», ο Κωνσταντίνος Πολυχρονόπουλος, ο οποίος βρίσκεται στο «επίκεντρο» της εισαγγελικής έρευνας για τη διαχείριση των δωρεών της κοινωνικής κουζίνας, σπάει τη σιωπή του στο MEGA.
«Είμαι στον ‘Άλλον Άνθρωπο” και είμαι εδώ και όποιος θέλει να έρθει να με βρει εδώ».
Σε αποκλειστικές του δηλώσεις στην εκπομπή Live News και μετά τα πορίσματα της αρχής για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος , ο Κωνσταντίνος Πολυχρονόπουλος υποστηρίζει ότι θα μιλήσει μόνο στις αρμόδιες δικαστικές αρχές.
«Στους μόνους που θα απολογηθώ είναι στην ελληνική Δικαιοσύνη όταν και αν με καλέσει και στους ανθρώπους που έδωσαν έστω και 1 ευρώ».
Με την εισαγγελική έρευνα να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, ο άνθρωπος που δηλώνει άνεργος από το 2009, μένει όπως λέει σε ένα δωμάτιο, με ένα διπλό κρεβάτι και ένα μπάνιο, στο κτίριο όπου στεγάζεται η κοινωνική κουζίνα.
«Έχω πει πολλές φορές ότι θέλω να ευχαριστήσω τον κόσμο που με πίστεψε και με πιστεύουν ακόμα».
«Αλαλούμ» με τις μερίδες φαγητού
Την ίδια ώρα, ωστόσο, στο μικροσκόπιο μπαίνει και το κοινωνικό έργο που επιτελούσε ο “Άλλος Άνθρωπος”, καθώς αμφισβητείται ακόμη και η ποσότητα του φαγητού που καθημερινά διένειμε στους έχοντες ανάγκη.
«Οι μερίδες στην πλατεία Κουμουνδούρου δεν ήταν πολλές, γιατί μοίραζε ο δήμος Αθηναίων και εκκλησία από catering. Να ήταν 20-30-40 και πολλά λέω», ανέφερε εθελοντής.
«Όχι, καλέ τι χίλιες μερίδες; Ένα καζάνι όσες μερίδες έβγαζε. Εγώ τα σέρβιρα στον κόσμο. Να έβγαζε 100 μερίδες».
Σοβαρά ερωτήματα προκύπτουν και από το γεγονός ότι «Ο Άλλος Άνθρωπος» από το 2011 μέχρι σήμερα έχει αλλάξει αρκετά οικήματα, ενώ οι αναρτήσεις με τις οποίες ζητούσε χρήματα για τα ενοίκια ήταν συχνές, τη στιγμή, που η ετήσια συνδρομή είχε αυξηθεί από τα πέντε στα δέκα ευρώ.