Η Ράνια Θρασκιά ήταν η σημερινή καλεσμένη της Ελένης.
Η σύμβουλος ψυχικής υγείας, Ράνια Θρασκιά, μίλησε στην Ελένη για τα περιστατικά βίας μεταξύ ανηλίκων που έχουν πολλαπλασιαστεί το τελευταίο διάστημα.
«Συνδέονται με την πανδημία διότι όλες οι έρευνες έλεγαν πως θα δούμε ένα κοινωνικό αποτύπωμα συγκριτικά με τη δυσκολία που βίωσε ο καθένας. Τώρα το βλέπουμε, να γίνεται. Οι έφηβοι όταν είναι σε αδιέξοδο το μεταβολίζουν σε βία και οι ενήλικες σε θλίψη. Στην Ελλάδα έχουμε μία δυσάρεστη πρωτιά στα περιστατικά κλινικής κατάθλιψης».
Η γενιά των 12-29 ετών είναι η γενιά που τα θέλει όλα και τα θέλει γρήγορα με στόχο το εύκολο χρήμα, σύμφωνα με έρευνα.
Αναφερομένη σε αυτό η Ράνια Θρασκιά, είπε:
«Οι έφηβοι θα κάνουν πράγματα για να νιώσουν σημαντικοί στον κόσμο τους και να ακουστούν. Όταν το καταφέρνουν με θεμιτούς τρόπους, δημιουργείται ενα μοτίβο ότι αυτό μπορώ να το κάνω και επάγγελμα. Βλέπουμε youtubers που από πολύ μικροί έχουν αμύθητες περιουσίες και τα παιδιά σκέφτονται ‘’γιατί να δουλέψω;’’. Αυτό σε συνδυασμό με τις δυσκολίες των γονιών αλλά και μαζί με την απαξίωση των σπουδών, – γιατί οι προηγούμενες γενιές έχουμε θεοποιήσει τις σπουδές- είδαν πως δεν τα κατάφεραν».
Σε σχέση με το κατά πόσο επηρεάζονται τα παιδία από τη σχέση των γονιών τους με τα social, η Ράνια Θρασκιά είπε:
«Δεν μπορεί να συμβαίνει κάτι στους μικρούς μίας οικογένειας και να μην έχουν ευθύνη οι μεγάλοι. Εάν εμείς αποθεώνουμε ανθρώπους που με ευκολία έβγαλαν χρήματα και η ζωή που βγάζουμε στα social είναι μία άλλη εκδοχή από την πραγματικότητα, αυτό σημαίνει πως και τα παιδιά μαθαίνουν να ζουν μία άλλη ζωή εντός και μία άλλη ζωή εκτός των μίντια».
Πολλές φορές όμως, υπάρχει περίπτωση δύο αδέλφια να είναι εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους παρά το γεγονός πως διαπαιδαγωγήθηκαν με τον ίδιο τρόπο ακριβώς.
«Αυτό που ακούνε τα παιδιά μπορεί να είναι διαφορετικό. Το ένα μπορεί να θεωρεί πως του αρέσει κάτι και ένα άλλο παιδί μπορεί να το τρομάζει. Συνήθως τα δύο αδέλφια το εκφράζουν με διαφορετικό τρόπο. Το ζητούμενό όμως, είναι το ίδιο, η αγάπη και η αποδοχή».
Αναφερόμενη στον χρόνο που περνάμε με το παιδί, είπε:
«Ζούμε σε μία κοινωνία που είναι πολύ δύσκολα οικονομικά και έτσι είναι σχεδόν απαραίτητο να δουλέψουν και οι δύο γονείς. Αυτό που πρέπει είναι να είμαστε συναισθηματικά διαθέσιμοι. Σημασία έχει η ουσιαστική σύνδεση. Η καθημερινότητα είναι πολλές φορές σκληρή. Οι ανάγκες είναι τόσες εξατομικευμένες που δεν σημαίνει πως όλες οι μαμάδες έχουμε τις ίδιες ανάγκες. Οι χαρούμενοι γονείς, όμως, έχουν τη δυνατότητα να είναι καλύτεροι γονείς».
«Όταν δεν έχουμε απάντηση στα όσα μας ρωτάει το παιδί, παίρνουμε λίγο χρόνο, δεν είμαστε φωτεινοί παντογνώστες. Επειδή δεν έχουμε το κληρονομικό χάρισμα, εάν επιμείνει το παιδί σε κάτι, όσο και δύσκολο και να είναι για εμάς, πρέπει να του δώσουμε τον χρόνο του».