Στη δημοσκόπηση της Metron Analysis για το MEGA καταγράφεται η δυσαρέσκεια για την κυβερνητική πολιτική, η ενισχυμένη θέση του «Κανένα» και κάποιες τάσεις συσπείρωσης ενόψει εκλογών.
Με τη χώρα να έχει μπει ουσιαστικά στην τροχικά της προεκλογικής περιόδου για τις ευρωεκλογές, οι δημοσκοπήσεις αρχίζουν και αποκτούν ένα μεγαλύτερο ενδιαφέρον, τόσο για το πώς βλέπουν οι πολίτες τη συνολική κοινωνική και πολιτική συνθήκη, όσο για τα ίδια τα εκλογικά ενδεχόμενα.
Αυτό δείχνει τη σημασία και της δημοσκόπησης της Metron Analysis για το MEGA η οποία μπορεί να αποτυπώνει μια τάση μερικής επανασυσπείρωσης γύρω από τη Νέα Δημοκρατία, εξέλιξη σε μεγάλο βαθμό αναμενόμενη στην πορεία προς τις ευρωκλογές, όμως ταυτόχρονα καταγράφει και έντονα στοιχεία κοινωνικής δυσαρέσκειας, δείχνοντας ότι μέχρι τώρα η κυβέρνηση δεν έχει καταφέρει να αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα για τις επιδόσεις της, ιδίως γύρω από θέματα όπως ο πληθωρισμός και η εγκληματικότητα.
Την ίδια ώρα ως προς τους κομματικούς συσχετισμούς η ήδη κάπως «τραυματισμένη» πρωτιά της ΝΔ, έχει να αντιμετωπίσει το πέρασμα του ΣΥΡΙΖΑ σαφώς στη δεύτερη θέση, δείχνοντας ότι το ΠΑΣΟΚ δεν μπόρεσε να κρατήσει τη θέση της «δημοσκοπικής αξιωματικής αντιπολίτευσης», την ώρα που εξακολουθεί να φαίνεται ότι η δυσαρέσκεια εξακολουθεί να αναζητά διάφορες διαδρομές, είτε προς τα δεξιά, είτε προς τα αριστερά.
Όλα αυτά παραπέμπουν, όπως και οι ίδιοι οι πολίτες δείχνουν να πιστεύουν, σε μια συνθήκη όπου δεν απειλείται μεν στον βραχύ χρόνο η «πολιτική σταθερότητα», ακόμη και με μια μερική εκλογική αποδοκιμασία της κυβέρνησης, όμως μεσοπρόθεσμα είναι σαφές ότι το τοπίο γίνεται όλο και πιο ρευστό και ανοιχτό σε ενδεχόμενα.
Η δυσαρέσκεια που επιμένει
Ως προς τη γενική πορεία της χώρας οι πολίτες εξακολουθούν να πιστεύουν ότι τα πράγματα πάνε προς τη λάθος κατεύθυνση, στοιχείο που με μικρές διακυμάνσεις είναι σταθερό σε όλες τις έρευνες.
Ως προς τις απαντήσεις για το ποια είναι τα σημαντικότερα προβλήματα οι πολίτες στις αυθόρμητες απαντήσεις τους εξακολουθούν να προκρίνουν αυτά που έχουν να κάνουν με την οικονομική τους κατάσταση, αυτά που τα αντιλαμβάνονται ως «ακρίβεια» και «οικονομία» και που αθροιστικά προκρίνονται από το 60% των ερωτηθέντων
Ως προς τις επιδόσεις της κυβέρνησης και εδώ έχουμε μια εικόνα που είχε καταγραφεί και σε προηγούμενες έρευνες. Οι πολίτες εκτιμούν θετικά τις κυβερνητικές επιδόσεις σε θέματα όπως η προσέλκυση τουρισμού, ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους, η αμυντική θωράκιση και η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσων.
Από την άλλη, οι πολίτες βγάζουν κόκκινη κάρτα στην κυβέρνηση σε θέματα όπως η εγκληματικότητα (78% αρνητικές γνώμες), η αντιμετώπιση της διαφθοράς (74% αρνητικές γνώμες), η αντιμετώπιση του πληθωρισμού και η αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών (70% αρνητικές γνώμες).
Μάλιστα οι αρνητικές γνώμες για τις κυβερνητικές επιδόσεις στα ζητήματα του πληθωρισμού και της εγκληματικότητας παραμένουν σταθερά πολύ υψηλές όλους τους τελευταίους μήνες, δείχνοντας και την αποτυχία των όποιων «διορθωτικών» πρωτοβουλιών και παρεμβάσεων.
Όλα αυτά μεταφράζονται σε αρνητικές αξιολογήσεις για την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση. Η κυβέρνηση έχει θετικές γνώμες που παρά τη μικρή άνοδο παραμένουν λιγότερες σε σχέση με πριν μερικούς μήνες την ώρα που καταγράφεται μια βελτίωση και της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και παρότι η αρνητική αξιολόγηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης αγγίζει το 75% έχει ιδιαίτερα σημασία ότι και κυβέρνηση έχει και ένα σαφώς πλειοψηφικό επικριτικό 62% απέναντί της.
Η εικόνα αυτή αναπαράγεται ως έναν βαθμό και στην αξιολόγηση του πρωθυπουργού και του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Πάλι καταγράφεται μια μικρή άνοδος της θετικής αξιολόγησης του πρωθυπουργού, που παραμένει πιο χαμηλή σε σχέση με τον περασμένο Δεκέμβριο, αλλά και μια άνοδος και της θετικής εικόνας του Στέφανου Κασσελάκη. Και εδώ έχουμε να κάνουμε με πλειοψηφικές αρνητικές γνώμες.
Κατά τα άλλα ως προς τον δείκτη οικονομικής εμπιστοσύνης αυτός παραμένει αρνητικός:
Ισχυρή δυναμική του «Κανένα»
Σε αυτό το φόντο ως προς τις δημοτικότητες των πολιτικών αρχηγών, ο πρωθυπουργός πέρασε σε αυτή τη μέτρηση στην πρώτη θέση, με τον Δημήτρη Κουτσούμπα να ακολουθεί σε απόσταση αναπνοής, τρίτη τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, τέταρτο τον Νίκο Ανδρουλάκη και στην πέμπτη θέση τον Στέφανο Κασσελάκη.
Ενδιαφέρον πάντως έχει ότι ο Στέφανος Κασσελάκης είναι ο πιο δημοφιλής πολιτικός σε όσους δηλώνουν «Κεντροαριστεροί», με δεύτερο τον Δημήτρη Κουτσούμπα και τρίτο τον Νίκο Ανδρουλάκη. Όμως, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει πολύ χαμηλή δημοτικότητα μεταξύ όσων αναφέρονται στο Κέντρο και δεξιότερα αυτού.
Όταν, όμως, έρχεται η ώρα της αυθόρμητων απαντήσεων στο ερώτημα ποιον θεωρούν οι πολίτες ως τον καταλληλότερο για πρωθυπουργό, τότε τα πράγματα είναι διαφορετικά και το αποτέλεσμα μοιάζει ως μια μονομαχία ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον «Κανένα» και τον συσχετισμό να διαμορφώνεται σε 35%-33%, την ώρα που ο αμέσως επόμενος είναι ο Στέφανος Κασσελάκης που μπορεί να έχει άνοδο αλλά φτάνει μόλις το 9%.
Αυτό αποτυπώνει ένα συνολικότερο χαρακτηριστικό του πολιτικού συστήματος στη δεδομένη στιγμή. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να «πατάει» πάνω σε ένα μειοψηφικό, αλλά αρκετά συμπαγές πολιτικό και κοινωνικό μπλοκ που σήμερα αναφέρεται στη Νέα Δημοκρατία, την ώρα που κανένας άλλος ηγέτης δεν αντιμετωπίζετι ως δυνάμει πρωθυπουργός, αποτυπώνοντας και ένα πραγματικό πρόβλημα «κυβερνησιμότητας» της σημερινής αντιπολίτευσης, σε όλες τις παραλλαγές.
Αυτή είναι η συνθήκη που δίνει την ιδιαίτερη δυναμική του «Κανένα» στις δημοσκοπήσεις.
Σταδιακή αύξηση του ενδιαφέροντος για τις ευρωεκλογές
Καθώς πλησιάζουμε προς τις ευρωεκλογές δείχνει να αυξάνεται το ενδιαφέρον για αυτές αν και απέχουμε από το επίπεδο που είχε καταγραφεί την παραμονή των προηγούμενων ευρωεκλογών.
Αντίστοιχα αυξάνονται και οι απαντήσεις στο ερώτημα εάν προτίθενται να πάνε να ψηφίσουν. Πάντως και εδώ έχει σημασία ότι οι νεώτερες γενιές είναι και αυτές που εκφράζουν σε μικρότερο βαθμό τη βεβαιότητα ότι θα ψηφίσουν, στοιχείο που αποτυπώνει και ένα γενεαλογικό χάσμα ως προς την αντίληψη της πολιτικής συμμετοχής και της χρησιμότητάς της.
Όμως, η άνοδος του ενδιαφέροντος δεν σημαίνει ότι οι πολίτες έχουν αποφασίσει κιόλας με βεβαιότητα τι θα ψηφίσουν. Απόλυτα βέβαιο ή μάλλον βέβαιο είναι αθροιστικά το 66% των πολιτών και πάλι με τη βεβαιότητα να μεγαλώνει σε όσο μεγαλύτερη ηλικία πηγαίνουμε, δείχνοντας και την ιδιαίτερη ρευστότητα (αλλά και δυσπιστία) των νεώτερων ηλικιών.
Πάντως παρά την αύξηση του ενδιαφέροντος για τις ευρωεκλογές οι πολίτες δείχνουν να αντιλαμβάνονται και τα όρια που θα έχει ο αντίκτυπος του αποτελέσματός τους στις σημερινές συνθήκες. Καθόλου τυχαία το 65% εκτιμά ότι δεν υπάρχει περίπτωση το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών να δημιουργήσει προβλήματα πολιτικής σταθερότητας.
Οι δυναμικές των κομμάτων στην πορεία για τις ευρωεκλογές
Ως προς τους κομμματικούς συσχετισμούς, καταγράφονται μια σειρά από δυναμικές συσπείρωσης ενόψει και των ευρωεκλογών. Αυτό φαίνεται καταρχάς στο πως η ΝΔ διευρύνει τη δυνητική εκλογική της επιρροή σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (αν και παραμένει πιο χαμηλά σε σχέση με μερικούς μήνες πριν), το ΠΑΣΟΚ είναι ως προς αυτή την παράμετρο σε υποχώρηση, όπως και ο ΣΥΡΙΖΑ (που όμως παραμένει πιο υψηλά από το χαμηλό σημείο αφετηρίας του στα τέλη της περασμένης χρονιάς).
Ως προς την πρόθεση ψήφου τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η ΝΔ αρχίζει να ανακτά ένα μέρος της συσπείρωσής της σημειώνοντας μια δημοσκοπική άνοδο 2,2%, ο ΣΥΡΙΖΑ σταθεροποιείται στη δεύτερη θέση με μια άνοδο 1%, το ΠΑΣΟΚ έχει μια μικρή υποχώρηση στο 9.9%, το ΚΚΕ μια μικρή άνοδο στο 8,1%. Υποχώρηση έχει και η Ελληνική Λύση, η Νίκη και Πλεύση ελευθερίας σαφώς περνούν το όριο του 3%, η Νέα Αριστερά βρίσκεται στο 2,5% με μικρή άνοδο, ενώ το ΜέΡΑ25 δείχνει ότι απέχει πολύ από το όριο του 3%. Οι Σπαρτιάτες επίσης κινούνται χαμηλά στο 2%.
Όλα αυτά εξηγούνται και από τις βασικές μετακινήσεις ψηφοφόρων με τη ΝΔ να έχει τις μεγαλύτερες απώλειες προς την Ελληνική Λύση, τον ΣΥΡΙΖΑ προς τη Νέα Αριστερά και την Πλεύση Ελευθερίας, και το ΠΑΣΟΚ, προς τον ΣΥΡΙΖΑ και τους «Δημοκράτες» του Ανδρέα Λοβέρδου.
Ως προς τη συσχέτιση ανάμεσα στην ψήφο και την πολιτική αυτοτοποθέτηση, η ΝΔ έχει πάντα την ισχυρή παρουσία της στους κεντροδεξιούς (την ισχυρότερη κατηγορία της) και τους δεξιούς ψηφοφόρους, ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να έχει ισχυρή παρουσία και στους αριστερούς αλλά και στους κεντροαριστερούς, ενώ το ΠΑΣΟΚ έχει την «πρωτιά» του σε όσους αυτοπροσδιορίζονται ως «κεντρώοι».
Ως προς την εκτίμηση ψήφου, δηλαδή την εκτίμηση που κάνει η Metron Analysis για το πώς θα διαμορφωνόταν ένα ένδεχόμενο εκλογικό αποτέλεσμα, έχουμε μια άνοδο της συσπείρωσης της ΝΔ που μεταφράζεται σε άνοδο 0,9%, μια νέα άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στο 15,4%, μια υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ κατά 1% και μια σταθερότητα ουσιαστικά του ΚΚΕ. Η Ελληνική Λύση καταγράφει μια υποχώρηση στο 8,3%, ενώ η εκτίμηση είναι περνούν το όριο η Νίκη, η Πλεύση Ελευθερίας και οριακά η Νέα Αριστερά, όχι όμως κάποιο άλλο κόμμα.
Τέλος ως προς την απήχηση που έχουν τα ψηφοδέλτια που μέχρι τώρα ανακοινώνονται, δηλαδή ως προς το πώς οι πολίτες αξιολογούν τις ίδιες τις υποψηφιότητες, η ΝΔ έχει 22% θετικές γνώμες, τα άλλα κόμματα αρκετά χαμηλότερα, ενώ το άθροισμα της απάντησης «κανένα» και «δεν γνωρίζω / δεν απαντώ» ξεπερνά το 54%, δείχνοντας ότι παρά την επένδυση στην αναζήτηση «ονομάτων» αυτό δεν περνάει ακόμη στην κοινωνία.
Μια κοινωνία δυσαρέστημένη αναζητά διέξοδο
Παρότι το κυβερνητικό επιτελείο θα δώσει μεγαλύτερη έμφαση στο βελτιωμένο ποσοστό της ΝΔ και την αυξημένη συσπείρωση, εντούτοις το βασικό αποτύπωμα και αυτής της έρευνας είναι μια βαθύτερη δυσαρέσκεια που αφετηρία έχει την οικονομία, την ακρίβεια και ένα συνολικότερο αίσθημα ανασφάλειας. Η δυσαρέσκεια αυτή είναι μεν πλειοψηφική αλλά ακόμη απέχει από το να έχει βρει συνεκτική πολιτική «μετάφραση». Μπορεί να ενισχύει εν μέρει την αντιπολίτευση, όμως δεν γεννά ακόμη δυναμική «αντίπαλου δέους» και αυτό αποτυπώνεται στην μειωμένη εκτίμηση για την κυβερνησιμότητα των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ως αποτέλεσμα μια συνθήκη που μόνο ως μεταβατική μπορεί να χαρακτηριστεί και η οποία όμως έχει τη δυνατότητα να προκαλέσει μεσοπρόθεσμα αρκετές πολιτικές μετατοπίσεις ή ακόμη και εκπλήξεις.
Η ταυτότητα της έρευνας