Οργή και αγανάκτηση προκάλεσε η απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών για την υπόθεση της πολύνεκρης τραγωδίας στο Μάτι.
Το δικαστήριο αποφάσισε ποινή από 3 έως 111 έτη στους έξι καταδικασθέντες για τις πυρκαγιές της ανατολικής Αττικής που οδήγησε στον θάνατο 104 πολίτες.
Σημειώνεται ωστόσο πως εκτιτέα είναι μόνο τα 5 έτη, με το δικαστήριο να μετατρέπει τις ποινές σε χρηματικές προς 10 ευρώ ημερησίως, με τους κατηγορούμενους που καταδικάστηκαν να καλούνται να πληρώσουν περίπου 40.000 ευρώ.
Συγγενείς και φίλοι που βρέθηκαν τη Μεγάλη Δευτέρα στην αίθουσα του δικαστηρίου ξέσπασαν στο άκουσμα της απόφασης.
«Ρεσιτάλ συγκάλυψης»
«Εχθές ήταν μια συγκλονιστική ημέρα στο δικαστήριο», λέει, μιλώντας στο MEGA, ο Αριστείδης Χερουβείμ, συγγενής θυμάτων.
«Είχε πολύ κόσμο, ήρθαν πάρα πολλοί συγγενείς θυμάτων. Το συγκλονιστικό ήταν να ακούς τις μητέρες που έχασαν τα παιδιά τους, να διαμαρτύρονται. Κάποια μητέρα σηκώθηκε, πήγε μπροστά στους κατηγορούμενους και με πολλή ευπρέπεια ρώταγε ‘εγώ πώς θα ζήσω;’. Δεν μπορείς να πεις κάτι άλλο για αυτές τις σκηνές».
«Στα 6 χρόνια, και με την προδικασία, έχει γίνει γνωστό ότι πολλές φορές ο ανακριτής ζήτησε αναβάθμιση του κατηγορητηρίου. Και τις τρεις φορές απορρίφθηκε. Αυτό δημιουργούσε ένα κλίμα. Τις περισσότερες φορές απορρίφθηκε για τυπικούς λόγους», αναφέρει, συμπληρώνοντας:
«Ξεκινώντας η δίκη, και προχωρώντας, βλέπαμε την στάση της έδρας. Από την στιγμή που δικαζόταν και πλημμέλημα, οι ελπίδες ήταν μικρές για να υπάρχει κάποια ουσιαστική τιμωρία. Φτάσαμε με τα πολλά στην πρόταση του εισαγγελέα, που εκεί, περιόριζε τα πράγματα πολύ. Οι δικηγόροι λένε ότι είθισται ο εισαγγελέας να είναι, αυτό που γράφτηκε αλλά δεν ήταν καμία σχέση, ‘καταπέλτης’. Είθισται να είναι πιο αυστηρός και το δικαστήριο πιο μαλακό. Σε όλη την πορεία αυτής της υπόθεσης, οι δικαστές ζητούσαν να γίνει κακούργημα και οι εισαγγελείς αρνιόντουσαν να το αναβαθμίσουν. Το ίδιο έγινε και μέσα στην αίθουσα».
Σύμφωνα με τον κ. Χερουβείμ:
«Περίμενα μια απόδειξη ότι 104 άνθρωποι δεν αυτοπυρπολήθηκαν συγχρόνως λόγω κάποιου ‘ψυχαναγκασμού’. Έξι χρόνια τώρα έχει γίνει ένα ρεσιτάλ συγκάλυψης, υπάρχει ένα ρεσιτάλ προπαγάνδας. (…) Το Μάτι δεν είχε πολεοδομικά προβλήματα ή τουλάχιστον είναι μια τυπική περιοχή. Αν η φωτιά ξέφευγε και πέρναγε στις κατασκηνώσεις και στο Ζούμπερι, δεν μπορείτε να φανταστείτε για τι πράγμα θα μιλάγαμε σήμερα».
«Το δικαστήριο αποδέχτηκε ότι η φωτιά ξεκίνησε 16.41 γιατί υπάρχει κάποιο καταγεγραμμένο βίντεο από κάποια οικία. Ωστόσο υπάρχουν άπειρες μαρτυρίες ότι η φωτιά έχει ξεκινήσει 10 και 20 λεπτά αργότερα. Είναι πολύ βολικό να πειράζουμε και την ώρα έναρξη της φωτιάς για να πούμε ότι αν το πρώτο πυροσβεστικό έφτασε 17.00 η ώρα στο σημείο δεν έκανε μισή ώρα να φτάσει αλλά… Το μεγάλο πρόβλημα ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες ή τα πυροσβεστικά, που δεν μπήκαν ποτέ μέσα στο Μάτι μέχρι τις 22.30, ήταν το γιατί δεν ενημέρωσαν τον κόσμο να φύγει», συμπλήρωσε.
«Εμένα μου έχει χαραχθεί στην μνήμη η αγόρευση ενός δικηγόρου υπεράσπισης που έλεγε στην έδρα ‘βλέπετε ποιον δικάζετε εδώ; Εδώ δικάζεται το κράτος’. (…) Η δικαίωση δε θα έρθει», κατέληξε.
«Όλοι ξέρουμε ότι υπήρξαν άνθρωποι που την γλίτωσαν»
Από την πλευρά του, ο ειδικός αστυνομικός αναλυτής, Σταύρος Μπαλάσκας, σημειώνει:
«Αυτοί που ζήσαμε αυτό το δράμα και αυτήν την καταστροφή και αυτό το έγκλημα, καταλαβαίνουμε πάρα πολύ καλά και τι έγινε και πώς έγινε και γιατί έγινε. Όλοι ξέρουμε ότι υπήρξαν άνθρωποι οι οποίοι την γλίτωσαν βασιζόμενοι στις πλάτες απλών αστυνομικών οι οποίοι έδωσαν το είναι τους».
«Οι αστυνομικοί από μόνοι τους μπήκαν μέσα στη φωτιά, η ΔΙ.ΑΣ έκανε περιπολίες με βρεγμένα μαντήλια μέσα στις στάχτες, μπήκαν μέσα στο νερό και έπαιρναν τα παιδιά, όπως και το Λιμενικό. Αυτοί, έδωσαν λάδι και γλίτωσαν και κάποιοι άλλοι οι οποίοι είχαν κάνει έναν σχεδιασμό μπάχαλο», συμπλήρωσε.
Όπως λέει ο ίδιος:
«Ενδεχομένως, το σύστημα να έχει ανίκανους ανθρώπους για τις κατάλληλες θέσεις. Όταν υπάρχουν ανίκανοι άνθρωποι για θέσεις ευθύνης… Οι περισσότερες θέσεις ευθύνης είναι θέσεις οι οποίες είναι τοποθετήσεις θα μπορούσαμε να πούμε. Παραδείγματος χάριν ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ δεν μπαίνει με το σπαθί του. Είναι 6 άτομα, οι άλλοι 5 μπορεί να είναι πιο ικανοί, αλλά αυτός έχει το κονέ και γίνεται αρχηγός. Δε γίνεται αρχηγός πάντα ο πιο ικανός».