Τον Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο συνάντησε η κάμερα της εκπομπής «Πάμε Δανάη!».
Ο δημοφιλής ηθοποιός μίλησε για την προσωπική του ζωή, τη δυσκολία του με την… οικειότητα, αλλά και την καθοριστική του γνωριμία με τον Γιάννη Φέρτη.
Φέτος το καλοκαίρι, πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Όρνιθες» του Αριστοφάνη, σε σκηνοθεσία του Άρη Μπινιάρη.
«Στους ‘Όρνιθες’ υπάρχει κάτι συγκινητικό σε σχέση με τη μεταφορά του πετάγματος, τι μπορεί να σημαίνει για τον άνθρωπο η αίσθηση του ‘πετάω’. Στην παράσταση δεν υπάρχει πίεση σε σχέση με το γέλιο και το αστείο, θα είναι σαφώς αστεία τα πράγματα και ευχάριστα, αλλά παράλληλα ποιητικά και συγκινητικά».
Η παράσταση θα περιοδεύσει σε ολόκληρη τη χώρα.
«Θα παίξουμε στην Επίδαυρο στις 9 και 10 Αυγούστου, αλλά ξεκινάμε την περιοδεία στις 12 Ιουλίου από το αρχαίο θέατρο των Φιλίππων».
Για τις «Ψυχοκόρες»
Σχετικά με τη συμμετοχή του στην τηλεοπτική σειρά «Ψυχοκόρες», σημειώνει:
«Στις ‘Ψυχοκόρες’ οι προσδοκίες των δημιουργών επιβεβαιώθηκαν πλήρως, ήταν μια έκπληξη, αγάπησα αυτήν την ιστορία και τους ανθρώπους που την έφτιαξαν. Οι δημιουργοί έφτιαξαν μια δουλειά προσεγμένη, που πεισματικά την υπερασπίστηκαν, παρόλο που ήταν υπόλογοι στους χρόνους και τα μπάτζετ».
«Εργάζομαι πολύ γιατί η ζωή μου έχει πολλές ανάγκες τις οποίες επιλέγω και είμαι χαρούμενος γι’ αυτές. Επίσης, στη δουλειά μας δεν έχουμε δεδομένες αμοιβές. Δεν πιστεύω ποτέ ότι σε μια νέα δουλειά τα πράγματα θα πάνε καλά, εάν δεν είναι όπως τα περίμενα θα καθίσω μέχρι το τέλος και δε θα πω κουβέντα», συμπληρώνει ο ίδιος σχετικά με το επάγγελμα του ηθοποιού.
Πώς αντιμετωπίζει τα επαγγελματικά του;
«Στις δουλειές μου είμαι δραματικός, υστερικός και υπερβολικός στις αντιδράσεις μου σε σχέση με την ‘καταστροφή’ που επέρχεται. Έχω μια πλευρά πράα, ψύχραιμη και λογική και μια άλλη πλευρά ταυτόχρονα υπερβολική και ανώριμη που εκφράζεται ως ματαιότητα και θλίψη. Παλαιότερα με έπιανε συχνότερα θλίψη, τώρα πλέον θα κρατήσει 1 – 2 μέρες και θα έρθει γρήγορα ο άλλος εαυτός που θα με επαναφέρει στην πραγματικότητα».
«Οι σκέψεις και οι διαδρομές μου είναι αποτέλεσμα και της ψυχοθεραπείας, η οποία όμως δεν είναι πανάκεια, το σημαντικό είναι να μην κρύβεσαι από τον εαυτό σου. Το come out που συνδέεται με τη σεξουαλικότητα των ανθρώπων και την ομοφυλοφιλία είναι συγκινητικό, αυτό το ‘πνίγομαι’, έτσι είμαι στη ζωή μου. Με συγκινεί η απόφαση κάποιου να σταματήσει να ψεύδεται στον εαυτό του αλλά και στους άλλους», συμπληρώνει.
«Έχω μια δυσκολία συσχέτισης με τους άλλους»
Για την προσωπική του ζωή σημειώνει:
«Ως άνθρωπος δεν είμαι οικείος, έχω μια δυσκολία συσχέτισης με τους άλλους, η έννοια της οικειότητας είναι προς εξερεύνηση, δε μου είναι δοσμένη συνθήκη. Τα πράγματα στη ζωή μου ήρθαν γρήγορα και γι’ αυτόν τον λόγο χρειάζονται φροντίδα και δουλειά, δεν είμαι απ’ αυτούς που πιστεύουν ότι είναι καλοί γονείς».
Για τον ρόλο του πατέρα
«Τον ρόλο του πατέρα ακόμη τον διερευνώ στον απόλυτο βαθμό, δεν έχω σταθερές στη ζωή μου, προσπαθώ ακόμη να καταλάβω πώς γίνονται οι σχέσεις των ανθρώπων. Το αυτονόητο κομμάτι των σχέσεων δε με ενδιαφέρει, πρέπει να ανακαλύψω ένα καινούργιο και είμαι σε αυτήν τη διαδικασία. Τα περισσότερα πράγματα που με αναστατώνουν και με αγχώνουν σχετίζονται με εμένα και όχι με τα παιδιά, με το πώς εγώ διαχειρίζομαι τα πράγματα».
Όπως λέει ο ίδιος:
«Δεν υπάρχει πολύς χρόνος να σκέφτομαι τι στραβό συμβαίνει δίπλα μου όταν το στραβό υπάρχει μέσα μου ακόμη. Η ενημέρωση για τη βία είναι σίγουρα πιο έντονη από ποτέ, αλλά αυτό ισοδυναμεί με περισσότερη βία ή με περισσότερη ενημέρωση γύρω από το θέμα; Είναι περισσότερες οι γυναικοκτονιές σήμερα ή επιτέλους η κοινωνία αποφάσισε να δει ότι κάποιος σκοτώνει τη γυναίκα του για πλάκα και στα έξι χρόνια βγαίνει από τη φυλακή;».
Για τον Γιάννη Φέρτη
Για την γνωριμία του με τον Γιάννη Φέρτη και τον ρόλο που αυτή έπαιξε στη ζωή και την καριέρα του λέει:
«Το 2017 έπαιζα με τον Γιάννη Φέρτη που ‘έφυγε’ πρόσφατα από τη ζωή και είχα πει τότε σε έναν δημοσιογράφο πως μεγαλώνοντας θα ήθελα να είμαι ο Γιάννης Φέρτης. Ο Γιάννης Φέρτης ήταν ο άνθρωπος που ποτέ δε μίλαγε για τον εαυτό του και το τι κατάφερε, κοίταζε σαν παιδί 18 χρόνων και έλεγε ‘να το δοκιμάσω κι εγώ αυτό;’».