Με αντιστροφή των ρόλων θύτη και θύματος επιχείρησε να πείσει για την αθωότητά του τις δικαστικές Αρχές ο 44χρονος ο οποίος κρίθηκε προφυλακιστέος για την υπόθεση του βιασμού σε βάρος της 16χρονης που τον κατήγγειλε στις Αρχές.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στο απολογητικό υπόμνημα που κατέθεσε στην ανακρίτρια, ισχυρίζεται ότι με τη 16χρονη διατηρούσε επαφές και σχέση φανερά και δημόσια τους τελευταίους μήνες, ενώ, όπως είπε, αυτή ήταν ο λόγος που χώρισε με τη σύζυγό του.
Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, η κοπέλα διατηρούσε σχέσεις με τον γιο του έως τον Μάρτιο του 2024, ενώ περνούσε πολλές ώρες στο σπίτι τους. Ο ίδιος στράφηκε κατά της ανήλικης δηλώνοντας «σωματικά και ψυχικά ευάλωτος» λόγω ασθενείας του, υποστηρίζοντας: «όταν ο γιος μου της δήλωσε ότι χωρίζουν οριστικά, αποφάσισε να ‘πουλήσει έρωτα’ σε έναν και εγώ σαν αφελής πίστεψα ότι με είχε ερωτευτεί».
Καταλήγει δε ότι η καταγγέλλουσα ήθελε να κάνει κακό στον γιο του και στη νέα του σύντροφο και κατ’ επέκταση σε όλη την οικογένειά του και εκείνος ήταν το εύκολο θύμα.
«Αναμένουμε την άρση του απορρήτου»
«Ο κατηγορούμενος μέχρι και σήμερα, υποστηρίζει το ίδιο πράγμα που λέει από την αρχή, ότι διατηρούσε σχέση με τη 16χρονη», λέει, μιλώντας στο MEGA, ο δικηγόρος του 44χρονου, Δημήτρης Φουφόπουλος.
«Το ίδιο επιβεβαιώνουν και όλοι οι μάρτυρες που κατέθεσαν χθες και άλλοι μάρτυρες που είναι στη διάθεσή μας και θα καταθέσουν εν καιρώ».
Σύμφωνα με τον δικηγόρο του 44χρονου:
«Υπάρχει μια σοβαρή έλλειψη στοιχείων εδώ από πλευράς δικής μας η οποία έγκειται στο εξής: Υπάρχουν, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, πάρα πολλά μηνύματα και συνομιλίες μέσα στο κινητό του που αποδεικνύουν ότι διατηρούσε σχέση και την επικοινωνία. Ζητήσαμε άρση γιατί εμείς εχθές στην ανάκριση δεν είχαμε στοιχεία ούτε μπορούσαμε να έχουμε το κινητό του κατηγορούμενου και τις συνομιλίες του. Το κινητό αυτό είχε κατασχεθεί, θα πρέπει να βγάλει η ανακρίτρια μια διάταξη η οποία θα διατάξει την άρση του απορρήτου και έτσι θα φανεί».
Αναφορικά με το βίντεο ντοκουμέντο που παρουσίασε το MEGA και στο οποίο φαίνεται ο 44χρονος, ο γιος του και νυν σύντροφος του γιου του, να πλησιάζουν τη 16χρονη και να της παίρνουν το κινητό, είπε:
«Το τι στέλνει και το περιεχόμενο, ούτε φαίνεται στο βίντεο ούτε μπορούσε να φανεί. Χρονικά μπορεί να οδηγηθεί κάποιος σε ένα συμπέρασμα. Αν το μοναδικό επιχείρημα του κατηγορούμενου ήταν το μήνυμα αυτό το συγκεκριμένο, θα είχε ήδη κριθεί γιατί το συγκεκριμένο στιγμιότυπο έχει ήδη προσκομιστεί. Ο κατηγορούμενος επιμένει να βγουν και άλλα μηνύματα και άλλες συνομιλίες. Δε μιλάμε μόνο για αυτό το συγκεκριμένο μήνυμα. Από την πρώτη στιγμή λέει ας ανοίξουν το κινητό μου, υπάρχουν μέσα και άλλες συνομιλίες οι οποίες αποδεικνύουν ότι διατηρούσε σχέση με τη 16χρονη. Αυτός είναι ο βασικός του ισχυρισμός. Τώρα αν λέει αλήθεια ή ψέματα μένει να περάσει ο χρόνος, να διαταχθεί η άρση του απορρήτου και να φανεί».
«Στο συγκεκριμένο στάδιο, ευλόγως η κα ανακρίτρια περιμένει την άρση του απορρήτου για να οδηγηθούμε και σε ένα ασφαλές συμπέρασμα», συμπληρώνει ο κ. Φουφόπουλος.
«Ο νόμος είναι ξεκάθαρος: η σχέση 44χρονου με 16χρονη δεν είναι ποινικό αδίκημα. Δηλαδή αν στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν υπάρχει βιασμός, δεν υπάρχει κανένα άλλο αδίκημα. Το ηθικό κομμάτι δεν οδηγεί σε ποινική καταδίκη. Ο κατηγορούμενος δίνει συγκεκριμένη αιτιολογία για τον λόγο που φτάσαμε εδώ. (…) Λόγω της 16χρονης χώρισε το ζευγάρι. Η σύζυγος καταθέτει μάλιστα ότι ήταν και αυτόπτης μάρτυρας πολλών περιστατικών επαφής», καταλήγει.
«Δύσκολο ποινικό αδίκημα»
Από τη μεριά του και αναφερόμενος στο θέμα, ο δικηγόρος Σπύρος Δημητρίου, τονίζει:
«Είναι ένα πολύ δύσκολο ποινικό αδίκημα ο βιασμός και στα δικαστήρια και οι δικαστές και οι συνήγοροι ταλαιπωρούμαστε πολύ συχνά. Παλιά ήταν πολύ πιο περιορισμένες οι συνθήκες ενός βιασμού. (…) Ο βιασμός έχει κάποιες περιστάσεις που πρέπει να αποδειχθούν. Το πρώτο είναι ότι πρέπει να αποδειχτεί η χωρίς τη θέληση ασέλγεια και αυτό αποδεικνύεται μόνο ιατροδικαστικά».
Όπως λέει ο ίδιος:
«Εγώ τις πιο πολλές καταγγελίες πραγματικά μπορώ να τις πιστέψω αλλά αν φτάσουμε να καταδικαζόμαστε χωρίς στοιχεία, οδηγούμαστε σε καθεστώτα άλλου τύπου που δεν τα θέλει κανείς».
«Όπλο» στα χέρια της Δικαιοσύνης για το συγκεκριμένο αδίκημα, αποτελεί πλέον και η τεχνολογία.
«Μας ανησυχεί παραπάνω ότι έπεσε στα χέρια ενός ενηλίκου μια 16χρονη. Όμως για κάποιον λόγο ο νομοθέτης μετά τα 15 επιτρέπει τη συναίνεση. Πριν τα 15 δεν επιτρέπεται, και να δώσει συναίνεση ο ανήλικος. Δεν μπορείς να ισχυριστείς ότι συναίνεσε 13χρονη να συνευρεθείς. Μετά τα 15 επιτρέπεται να συναινεί ο ανήλικος», καταλήγει.
«Ο δράστης φοράει τη μάσκα του καλού»
Σύμφωνα με την ψυχολόγο Βασιλένα Σταυροπούλου:
«Δεν υφίσταται συναίνεση σε οποιαδήποτε άνιση σχέση. Η συναίνεση αφορά τον ενήλικα ο οποίος έχει την αποκλειστική ευθύνη να μη συναινέσει σε μια τέτοια ερωτική σχέση με ένα παιδί».
«Όλα αυτά βασίζονται στη χειραγώγηση, εννοώντας ότι η συναισθηματική χειραγώγηση είναι αυτή που τελικά οδηγεί ακόμα και το θύμα να πέσει σε αυτήν την παγίδα. Ο άνθρωπος αυτός ο οποίος συζητάμε, αλλά υπάρχουν και πολλοί τέτοιοι άνθρωποι, βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στο ευάλωτο κομμάτι ενός ανθρώπου, ενός παιδιού. Βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στην ευαλωτότητα αρχικά της ηλικίας και μετέπειτα μιλάμε και για συναισθηματικές δυσκολίες, συγκεκριμένα το κορίτσι αυτό είχε χάσει τη μητέρα του, υπάρχουν ζητήματα υγείας από την πλευρά του μπαμπά της», συμπληρώνει.
Η ίδια αναφέρει:
«Είναι σε ευάλωτη κατάσταση γι’ αυτό και μπαίνουν κατευθείαν στο στόχαστρο. Είναι άτομα, κατά βάση, του στενού οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Ο δράστης δε φοράει τη μάσκα του κακού, φοράει τη μάσκα του καλού, εμφανίζεται ως προστάτης. Εκεί μπαίνει η απαρχή της κακοποιητικής σχέσης γιατί το θύμα δεν μπαίνει υποψιασμένο μέσα σε όλο αυτό. Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζονται τα θύματα, είναι αργότερα ο ίδιος τρόπος μέσα από τον οποίο απειλούνται. Μέσα από το ευάλωτο κομμάτι τους, ο δράστης θα απειλήσει. Γι’ αυτό και δε μιλάμε για συναίνεση, μιλάμε για εκβιασμό, για σχέση επιβολής που δύσκολα κάποιος βγαίνει από αυτό».
«Το φωτεινό σημείο είναι ότι αυτή η κοπέλα μίλησε σχετικά νωρίς. Σε αυτές τις υποθέσεις έχουμε μια συναισθηματική γάγγραινα που όσο την αφήνουν οι άνθρωποι μέσα τους, ακρωτηριάζεται η ψυχή», καταλήγει.
Από την πλευρά του, ο δικηγόρος Παναγιώτης Παπαϊωάννου, σημειώνει:
«Από το ’19 έχει μπει στο άρθρο του βιασμού η έλλειψη συναίνεσης η οποία καλύπτει όλες τις περιπτώσεις: Και όταν είναι δυνατόν να δοθεί και όταν δεν είναι δυνατόν να δοθεί, από τα 14 χρόνια και κάτω. Όταν είναι δυνατόν να δοθεί, δε σημαίνει ότι δεν μπορεί να αρθεί. Ο βιασμός είναι πάντα κακούργημα. Όλο το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης το ζήτημά μας είναι να μην έχει ριζωμένη στην αντίληψή του, με το που φτάνει ένα θύμα, την εξωνομική προκατάληψη ότι μπορεί για κάποιον λόγο να μη λέει την αλήθεια. Αυτό είναι ένα δεδομένο για το οποίο ομάδες νομοθετικές που παρεμβαίνουν σε όλο τον κόσμο, έχουν εργαστεί επί πάρα πολλά χρόνια για να μπορέσουν σαν νοοτροπία στο σύστημα».