Πριν από 6 χρόνια ο θάνατος ενός άνδρα είχε χαρακτηριστεί μυστήριο. Σήμερα οι αρχές εξετάζουν σοβαρά, να πρόκειται για δολοφονία και μάλιστα από την ίδια του τη γυναίκα, η οποία κατηγορήθηκε ότι του χορήγησε μεγάλες ποσότητες υδραργύρου, δηλητηριάζοντας τον λίγο λίγο.
Ένας μυστηριώδης θάνατος ενός 60χρονου άνδρα στη Θεσσαλονίκη, με την σύζυγό του να κατηγορείται έξι χρόνια μετά ότι τον δολοφόνησε με υδράργυρο και τις Αρχές να αναζητούν την άκρη του νήματος για μία υπόθεση που παραπέμπει σε θρίλερ.
Ο θάνατος του 60χρονου άνδρα το 2018 είχε αποδοθεί σε παθολογικά αίτια. Ένα ανώνυμο τηλεφώνημα, ωστόσο, πυροδότησε εκ νέου την έρευνα, με την 50χρονη σύζυγό του να απολογείται στον ανακριτή, ο οποίος με τη σύμφωνη γνώμη του εισαγγελέα αποφάσισε να αφεθεί ελεύθερη με περιοριστικούς όρους. Η ίδια αρνείται οποιαδήποτε εμπλοκή.
«Δεν υπάρχει τίποτα. Δεν έχει γίνει κάτι. Ο σύζυγός μου πέθανε πριν έξι χρόνια από την καρδιά του. Κι αυτό έδειξαν τα αποτελέσματα. Έπαθε ανακοπή καρδιάς. Εγώ δεν έχω κάνει τίποτα. Δεν γνωρίζω ποιος μπορεί να πήρε στην αστυνομία», δήλωσε η 50χρονη.
Ο άνδρας είχε νοσηλευθεί το καλοκαίρι του 2018 στο νοσοκομείου Παπανικολάου, με πιθανό ισχαιμικό επεισόδιο. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του, οι γιατροί είχαν διαπιστώσει ύποπτες εκροές υδραργύρου από τα αυτιά του. Λίγες εβδομάδες αφότου πήρε εξιτήριο, ο 60χρονος κατέληξε.
Τα ευρήματα… υδραργύρου
Στο πλαίσιο της νέας έρευνας που διενεργήθηκε κινήθηκε η διαδικασία της εκταφής της σορού.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από την ιατροδικαστική εξέταση προέκυψαν υπερβολικές συγκεντρώσεις υδραργύρου (βαρύ μέταλλο) στα όργανά του, οπότε κινήθηκαν διαδικασίες για περαιτέρω εργαστηριακές εξετάσεις.
Στο πλευρό της 50χρονης γυναίκας, πολωνικής καταγωγής, στέκονται τα παιδιά της, τα οποία δεν πιστεύουν ότι έχει οποιαδήποτε ανάμιξη στο θάνατο του πατέρα τους.
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως η υπόθεση άνοιξε εκ νέου από ένα ανώνυμο τηλεφώνημα.
Εισαγγελέας και ανακριτής αποφάσισαν η 50χρονη να αφεθεί ελεύθερη με τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισης στο αστυνομικό τμήμα του τόπου διαμονής.