Το «Τούνελ» βρέθηκε στο σπίτι του αγνοούμενου πατέρα Κώστα Σιαμήτρα στη Λεπτοκαρυά και εκεί συνομίλησε με τη σύντροφο του Γιάννα.
Η γυναίκα με καταγωγή από τη Σερβία, είναι ο τελευταίος άνθρωπος που τον είδε πριν χαθούν τα ίχνη του.
«Στην Ελλάδα είμαι από το 2002. Τον Κώστα τον γνώριζα από μικρή γιατί είχε μαγαζί με μηχανάκια από όπου νοίκιαζα. Τα φτιάξαμε πριν από οχτώ χρόνια και ταιριάξαμε αμέσως. Πριν από τρία χρόνια ήρθε και ο γιος μας. Σε όσα προβλήματα υγείας είχε ο Κώστας ήμουν πάντα δίπλα του. Τώρα τελευταία έπαιρνε συνέχεια οξυγόνο. Παρά τα προβλήματα του όμως ήταν δραστήριος, δεν στεκόταν», λέει χαρακτηριστικά.
Την 1η Σεπτεμβρίου ήταν όλα κανονικά όπως αναφέρει, αλλά φαινόταν ότι κάτι τον απασχολούσε. Όλο το βράδυ της προηγούμενης ο σύντροφός της δεν κοιμόταν, καθόταν στο Facebook.
«Ούτε προβλήματα είχαμε ούτε εντάσεις τον τελευταίο καιρό. Είχαμε χωρίσει πέρυσι για κάνα μήνα που πήρα το μικρό και έφυγα. Δεν άντεξα μακριά του και γύρισα. Τελευταία δε δουλεύαμε και ζούσαμε από τα επιδόματα. Είχε πάρει ο Κώστας και την αναπηρική και ευτυχώς μας βοηθάει και ο πεθερός αλλά και οι δικοί μου όσο μπορούν».
Περιγράφει στην κάμερα της εκπομπής τα όσα έγιναν το μοιραίο μεσημέρι της εξαφάνισης.
«Κατά τις 12 το πρωί πήγα σούπερ μάρκετ για να ψωνίσω, αφού έκανε τη μάσκα για την αναπνοή του ο Κώστας. Όταν γύρισα μου είπε να κρατήσω το μικρό για να πεταχτεί κάπου. Δεν μου είπε που. Μου είχε ζητήσει να πάω μαζί με τον μικρό για μια δουλειά προς τη Λάρισα. Ένας γνωστός μας θα με πήγαινε εκεί και μου είπε να του στείλω μήνυμα από το κινητό του. Εγώ τον άνθρωπό μου τον άφησα εδώ όρθιο, ζωντανό».
Όπως παραδέχεται το σπίτι είναι απομονωμένο, υπάρχουν μεν γείτονες αλλά πιο πάνω στον δρόμο.
«Αν γινόταν κάτι, οι γείτονες θα τον άκουγαν γιατί είναι συνέχεια εδώ. Πέρασε μάλιστα ένας που τον είδε περίπου στις δωδεκάμισι, μια».
Τον μάρτυρα αυτόν εντόπισε το «Τούνελ», ο οποίος έδωσε μια διαφορετική εικόνα από όσα υποστήριξε η σύντροφος του αγνοούμενου.
«Τον είδα αλλά πρωί εφτάμισι με οχτώ. Χαιρετηθήκαμε κανονικά. Εκείνη τη μέρα γυρίσαμε περίπου στις τέσσερις το μεσημέρι αλλά δεν προσέξαμε κάτι το περίεργο. Αν κάποιος είχε μελετήσει το δρόμο, θα μπορούσε να φύγει προς τα πάνω, πίσω από το γήπεδο που δεν έχει κάμερες» καταλήγει ο μάρτυρας.