Από την πρώτη στιγμή, τα σημάδια «μιλούσαν».
Το σπίτι έκρυβε καλά τη φρίκη, αλλά το αίμα δεν ξεγελά ποτέ. Ο Κώστας Σιαμήτρας δεν χάθηκε απλώς, βρήκε τραγικό τέλος από τα χέρια της συντρόφου του. Οι Αρχές είχαν μπροστά τους τις αποδείξεις, μα προτίμησαν να περιμένουν. Πίστευαν πως αργά ή γρήγορα εκείνη θα λύγιζε, θα αποκάλυπτε πού είχε θάψει το μυστικό της. Μα οι μήνες περνούσαν και η σιωπή της κρατούσε καλά θαμμένη την αλήθεια.
Η αυτοψία στους χώρους του σπιτιού πραγματοποιήθηκε από την ασφάλεια Κατερίνης, στις 13 Σεπτεμβρίου 2024, πριν συμπληρωθούν δύο εβδομάδες από την εξαφάνιση του Κώστα Σιαμήτρα. Η χρήση εναλλασσόμενου φωτισμού υπό συνθήκες συσκότισης, γνωστή ως μέθοδος Kastle Meyer και Blue Star, έφερε στο φως εμφανή και αφανή ίχνη αίματος που έδιναν από την πρώτη στιγμή μια εντελώς διαφορετική εικόνα για το τι είχε συμβεί στον άτυχο πατέρα.
Στο δάπεδο, κάτω από το σώμα του καλοριφέρ, ανιχνεύθηκε καστανέρυθρη κηλίδα, όπως και στην αριστερή γωνία του προσκέφαλου του κάτω στρώματος του κρεβατιού (στην πλευρά του ΣΙΑΜΗΤΡΑ). Μια μεγάλη καστανέρυθρη κηλίδα εντοπίστηκε στην κάτω αριστερή πλευρά του στρώματος, ενώ άλλη μία στο δάπεδο, κάτω από το προσκέφαλο. Επιπλέον, στην κάτω πλευρά του κομοδίνου βρέθηκαν πολλαπλές κηλίδες, ενώ μία ακόμα στο ξύλινο κάσωμα της συρόμενης πόρτας, σε ύψος περίπου δύο μέτρων. Στον εσωτερικό τοίχο, πάνω από το κομοδίνο, εντοπίστηκε έντονος φθορισμός, ένδειξη πιθανής ύπαρξης αφανών ιχνών αίματος.
Στο σιφόνι της μπανιέρας υπήρχε επίσης έντονος φθορισμός, που αποτελεί ένδειξη ύπαρξης αφανών ιχνών αίματος ενώ στο εξωτερικό πόμολο της πόρτας της τουαλέτας βρέθηκε καστανέρυθρη κηλίδα.
Από την εξέταση με την μέθοδο DNA προέκυψε ότι όλες οι κηλίδες αίματος που εντοπίστηκαν στο υπνοδωμάτιο του ζευγαριού ανήκαν στον άτυχο Κώστα Σιαμήτρα. Εκείνες που βρέθηκαν στο πόμολο της τουαλέτας και το σιφόνι της μπανιέρας είχαν και το γενετικό τύπο της κατηγορούμενης συντρόφου του.
Οι αστυνομικοί που χειρίστηκαν την υπόθεση απαντώντας σε όσους τους κατηγορούν για αδικαιολόγητη καθυστέρηση πέντε μηνών υποστήριξαν ότι δεν προχωρήσαν βάσει αυτών των σοβαρών ενδείξεων στην σύλληψη της 34χρονης γυναίκας καθώς πίστευαν πως ήταν ζήτημα χρόνου να σπάσει και να ομολογήσει που έχει θάψει τη σορό.