Ο Νικόλας ξεναγεί την Αμαλία στους τριανταφυλλώνες του κτήματός του. Κάτι η πανσέληνος εκείνη τη νύχτα, κάτι τα τριαντάφυλλα που μυρίζουν και την ζαλίζουν με το άρωμά τους, την κάνουν αναπάντεχα να πέσει στην αγκαλιά του Νικόλα. Αναστατωμένη το βάζει στα πόδια μην ξέροντας τι ακριβώς της συμβαίνει. Ο Νικόλας την ακολουθεί με το αυτοκίνητό του και την πηγαίνει σώα στο σπίτι της. Στον ‘Ανω Βόλο τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα. Η Αρετή καλεί τις μοιρολογήτρες να ψάλλουν τα εξόδια άσματα διότι πεθαίνει. Ο Ανέστης, αγανακτισμένος από τη μόνιμη παράσταση που δίνει η μάνα του, όποτε εκείνος θέλει να παντρευτεί, βγαίνει στον κήπο να χαζέψει το φεγγάρι. Κοντά του φτάνει η αποκλειστική της μαμάς του, η Βούλα, που προσπαθεί να τον ηρεμήσει με όλους τους τρόπους…